Μαρία Χατζηνικολάου
φιλόλογος
Οι
ναύαρχοι ταράχτηκαν στη σκέψη ότι θα τους εγκατέλειπαν οι Αθηναίοι, που
αποτελούσαν την κύρια ναυτική δύναμη των ενωμένων Ελλήνων και έτσι ο Ευρυβιάδης
αποφάσισε να παραμείνει ο στόλος και να γίνει η ναυμαχία στα στενά της
Σαλαμίνας.
Οι
ναύτες, όμως, ήταν ανήσυχοι. Πανικοβλημένοι από τη δίκοπη απειλή του περσικού
κολοσσού, πίεζαν και ζητούσαν αναχώρηση. Όταν ένα στράτευμα το καταλάβει ο
πανικός, δεν μπορείς να το συγκρατήσεις με λογικά επιχειρήματα, ούτε να το
εμψυχώσεις με λόγια και διδαχές. Χρειάζονται άλλα μέσα, πέραν της λογικής, που
να εμπνεύσουν παρά να διδάξουν. Γι’ αυτό και ο Θεμιστοκλής, ψύχραιμος,
μεταχειρίστηκε και αυτά ακόμη τα μέσα, την τελευταία στιγμή. «Ο Θεός εθέσπισε». Η κουκουβάγια,
σύμβολο της θεάς Αθηνάς, προστάτιδας της Αθήνας, που κάθησε πάνω στα κατάρτια
του πλοίου του, εξηγήθηκε ως εύνοια της θεάς και προμήνυμα νίκης. Ο Θεμιστοκλής
φρόντισε να διαδοθεί ο οιωνός αυτός σε όλο το πλήρωμα. Τότε, πήραν μορφή οι
μύθοι της ψυχής τους και οι μύθοι της πόλης τους και η κλονισμένη ευψυχία τους
αναθάρρεψε. Αποδεσμευμένοι από ψυχολογικά εμπόδια, που μπήκαν ανάμεσά τους,
αποδύθηκαν στον ιερό αγώνα της ελευθερίας της πατρίδας τους.
Επίσης,
έστειλε τον πιστό του δούλο Σίκινο, κρυφά, να αναγγείλει στον Ξέρξη ότι τάχα
μόλις σκοτεινιάσει, τα ελληνικά πλοία θα εκπλεύσουν από τα στενά της Σαλαμίνας,
γυρεύοντας τη σωτηρία τους στη φυγή. Ο Ξέρξης, υποτιμώντας μέσα στην αλαζονική
σιγουριά του, την ευφυΐα των Ελλήνων, εξέλαβε ως ευκαιρία το γεγονός ότι μόνοι
τους οι Έλληνες συγκεντρώθηκαν στη Σαλαμίνα, για να προστατεύσουν τους εαυτούς
τους.
Γι’
αυτό, για να προλάβει κάθε δυνατότητα διαφυγής τους, απέκλεισε με πλοία τις δύο
εξόδους μεταξύ Κερατσινίου και Σαλαμίνας (Κυνόσουρας) από τη μια και από την
άλλη μεταξύ Σαλαμίνας και Μεγαρίδας, καταστρώνοντας σχέδιο να καταστρέψει
αιφνιδιαστικά τα ελληνικά πλοία, καθώς ήταν αγκυροβολημένα στο λιμάνι της
Σαλαμίνας.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου