Σάββατο 31 Ιουλίου 2021

Η ειρήνη που φέρνει ο Χριστός Β΄

του Χριστόδουλου Βασιλειάδη
(Πίνακας: Χριστόδουλου Βασιλειάδη)

Ποια σημασία έχουν τα λόγια του Κυρίου; Ότι δεν πρέπει οι χριστιανοί να κάνουν παραχωρήσεις, να ενδίδουν ή να βάζουν νερό στο κρασί τους σε θέματα πίστεως, αλήθειας και ακρίβειας της ορθοδόξου ζωής και πνευματικότητας, έστω κι αν το τίμημα είναι ο διχασμός τους από ένα συγγενικό και προσφιλές πρόσωπο. Ιεραρχικά, πρώτα έρχεται το ευαγγέλιο του Κυρίου, δηλαδή ο ίδιος ο Ιησούς Χριστός, και μετά τα αγαπητά και συγγενικά μας πρόσωπα. Εάν σε κάποια φάση της ζωής μας πρέπει να διαλέξουμε μεταξύ των δύο, τότε αδιαμφισβήτητα η επιλογή μας πρέπει να είναι η σταυρική πορεία του Κυρίου. Γι’ αυτό και ο θεάνθρωπος Ιησούς λέγει ότι δεν ήρθα για να φέρω ειρήνη αλλά «πόλεμο» και «διαίρεση» (ο πόλεμος και διαίρεση εντός εισαγωγικών). Κατά το βράδυ, εξ άλλου, του μυστικού δείπνου ο Κύριος, αποχαιρετώντας τους μαθητές του, λέγει σ’ αυτούς: «Ειρηνην αφιημι υμιν, ειρηνην την εμην διδωμι υμιν· ου καθως ο κοσμος διδωσιν εγω διδωμι υμιν» (Ιω. ιδ΄ 27).

(συνεχίζεται)

Παρασκευή 30 Ιουλίου 2021

Η ειρήνη που φέρνει ο Χριστός

του Χριστόδουλου Βασιλειάδη
(Πίνακας: Χριστόδουλου Βασιλειάδη)

Όμως πρέπει να ξεκαθαρίσουμε κάτι. Ο ίδιος ο Κύριος αναφέρει ότι δεν ήλθε για να επιβάλλει μια εξωτερική, ψεύτικη και επίπλαστη ειρήνη, αλλά τη μάχαιρα: « Μη νομίσητε τι ηλθον βαλειν ειρηνην επι την γην· ουκ ηλθον βαλειν ειρηνην, αλλα μαχαιραν. ηλθον γαρ διχάσαι ανθρωπον κατά του πατρος αυτου και θυγατερα κατά της μητρος αυτης και νυμφην κατά της πενθερας αυτης· και εχθροι του ανθρωπου οι οικιακοι αυτου» (Ματθ. ι' 34-36). Μη νομίσετε, μας λέγει ο Κύριος, πως ήρθα για να επιβάλω αναγκαστική ομόνοια μεταξύ των ανθρώπων. Δεν ήρθα να φέρω τέτοια ομόνοια αλλά διαίρεση. Πράγματι, ο ερχομός μου έφερε το διχασμό του ανθρώπου με τον πατέρα του, της κόρης με τη μάνα της, της νύμφης με την πεθερά της. Κι έτσι εχθροί του ανθρώπου είναι οι δικοί του.

(συνεχίζεται)

Πέμπτη 29 Ιουλίου 2021

Η ειρήνη στην θεία Λατρεία

του Χριστόδουλου Βασιλειάδη
(Πίνακας: Χριστόδουλου Βασιλειάδη)

Αυτός είναι και ο λόγος που ο διάκονος στην αρχή της Θείας Λειτουργίας στη «μεγάλη συναπτή»[i] ή στα λεγόμενα ειρηνικά, όπως ονομάζονται, προσεύχεται να μας χαρίσει ο Θεός την «ανωθεν ειρηνη». Η πρώτη αίτηση είναι η εξής: «Εν ειρηνη του Κυριου δεηθωμεν»,  δηλαδή με ειρήνη, ελεύθεροι από μίση ή ψυχρότητα ή από ταραχή φροντίδων, ας παρακαλέσουμε τον Κύριο. Αφού λοιπόν προτρέπει ο διάκονος να προσευχόμαστε με ψυχική ειρήνη και γαλήνη, ακολούθως εύχεται: «Υπερ της ανωθεν ειρηνης και της σωτηριας των ψυχων ημων, του Κυριου δεηθωμεν»· δηλαδή μας προτρέπει να παρακαλέσουμε τον Κύριο για την ειρήνη που χαρίζεται από τον Θεό, η οποία μας απαλλάττει από κάθε τύψη συνειδήσεως, και για τη σωτηρία των ψυχών μας. Είναι φανερό εδώ ότι παρακαλούμε τον Θεό να μας δώσει την ειρήνη, η οποία προέρχεται από τον Κύριο, σαν δώρο και όχι από τη δική μας ασθενή και πεπτωκυία φύση. Επομένως η Εκκλησία μας καλεί να προσευχόμαστε «εν ειρηνη» και «υπερ της ειρηνης»[ii].

Η τρίτη αίτηση έχει ως εξής: «Υπερ της ειρηνης του σύμπαντος κόσμου, ευσταθείας των αγίων του Θεού εκκλησιών, και της των πάντων ενώσεως του Κυρίου δεηθωμεν»· δηλαδή μας προτρέπει ο διάκονος να παρακαλέσουμε τον Κύριο για την ειρήνη ολόκληρου του κόσμου, την αδιάσειστο στερέωση των κατά τόπους αγίων του Θεού εκκλησιών και την ένωση όλων των ανθρώπων. Μέσα στην ιστορική πορεία της ανθρωπότητας αλλά και ειδικότερα της Εκκλησίας, υπήρξαν πόλεμοι, ταραχές, ανθρώπινες έριδες και διαμάχες, αιρέσεις, διαιρέσεις κλπ., οι οποίες διετάραξαν την ειρήνη της ανθρωπότητας και ειδικότερα του χριστιανισμού. Η Εκκλησία προσεύχεται, τόσο για την ειρήνη όλου του κόσμου, όσο και για την ειρηνική πορεία της στρατευόμενης Εκκλησίας.

(συνεχίζεται)

[i] Βλ. Έχεις ειρήνη; εκδ. Χριστιανική εστία, 19975, σσ. 26-27.

[ii] ΘΗΕ, ενθ’ ανωτέρω, τομ. 5, στ. 441.

Τετάρτη 28 Ιουλίου 2021

Η ειρήνη ως θείο δώρο

του Χριστόδουλου Βασιλειάδη
(Πίνακας: Χριστόδουλου Βασιλειάδη)

Η ειρήνη όμως δεν είναι κατά βάση και κατά κύριο λόγο μια αρετή, την οποία μπορεί ο άνθρωπος με τις δικές του δυνάμεις να αποκτήσει και κατακτήσει , αλλά είναι ένα χάρισμα και δώρο, όπως είναι εξ άλλου και όλες οι αρετές, το οποίο μόνο ο Κύριος  προσφέρει. Χρειάζεται βέβαια ο προσωπικός αγώνας και προσπάθεια για την απόκτηση της αρετής, αλλά μόνο με τις δικές μας δυνάμεις είναι αδύνατη η απόκτησή της. Γι’ αυτό και στην εισαγωγή αρκετών αποστολικών επιστολών της Καινής Διαθήκης η ειρήνη παρουσιάζεται σαν δώρο του ουράνιου Πατέρα, καθώς επίσης και του Υιού: « χαρις υμιν και ειρηνη από Θεου πατρος ημων και Κυριου Ιησου Χριστου» (Ρωμ. α' 7. Α' Κορ. α' 3 και αλλού). Εύχομαι δηλαδή ο Θεός Πατέρας μας και ο Κύριος Ιησούς Χριστός να σας δίνουν χάρη και ειρήνη. Η ειρήνη, για την οποία κάνουμε λόγο είναι καρπός του Αγίου Πνεύματος. «ο δε καρπος του Πνευματος εστιν αγαπη, χαρα, ειρηνη...» (Γαλ, ε' 22). Γι’ αυτό πρέπει και μείς να προσευχόμαστε στον δωρεοδότη Χριστό να μας χαρίσει το πολύτιμο δώρο της ειρήνης.

(συνεχίζεται)

Τρίτη 27 Ιουλίου 2021

Η ειρήνη στις διαπροσωπικές μας σχέσεις

του Χριστόδουλου Βασιλειάδη
(Πίνακας: Χριστόδουλου Βασιλειάδη)

Χαρακτηριστική είναι η φράση που έλεγε ο άγιος Σεραφείμ του Σάρωφ: «Απόκτησε την εσωτερική ειρήνη και χιλιάδες γύρω σου, θα βρουν τη σωτηρία»[i]. Πολλές φορές προσπαθούμε με διάφορα μέσα να ειρηνεύσουμε τους άλλους, χωρίς όντως τις περισσότερες φορές να έχουμε κάποιο θετικό αποτέλεσμα. Ο μεγάλος όμως ρώσος άγιος μας διαλαλεί ότι πρώτα εμείς πρέπει να ειρηνεύσουμε και να συνδιαλλαγούμε με το Θεό και με τον εαυτό μας, και τότε, αφού πρώτα αποκτήσουμε την εσωτερική ειρήνη, θα ειρηνεύουν οι άλλοι κοντά μας. Αυτός είναι και ο κύριος σκοπός της ζωής μας· να αποκτήσουμε την ειρήνη, που μόνο ο Ιησούς Χριστός προσφέρει· να γίνουμε δηλαδή χριστοφόροι.

Είναι γι’ αυτό τον λόγο, που ο Κύριος μακαρίζει στην επί του όρους ομιλία τους ειρηνοποιούς· «μακαριοι οι ειρηνοποιοι, οτι αυτοι υιοι Θεου κληθησονται» (Ματθ. ε΄ 9). Είναι δηλαδή μακάριοι και ευτιχισμένοι όσοι φέρνουν την ειρήνη στους ανθρώπους, γιατι αυτοί θα ονομαστούν παιδιά του Θεού.

Ο μακαριστός γέροντας Παϊσιος έλεγε: «Η ειρήνη είναι το πνεύμα του Θεού, το άλλο (ταραχή, σύγχηση) προέρχεται από τον διάβολο»[ii]. «Πρόσεχε πολύ (ο π. Παϊσιος) να μην επηρεασθή από το ανήσυχο κοσμικό πνεύμα που έχει κάνει τον κόσμο σαν τρελλοκομείο. Έβαζε πάντα το ρολόι του επίτηδες λίγο μπροστά. Όταν πήγαινε επίσκεψη, ξεκινούσε νωρίτερα, για να μην κινήται βιαστηκά και με σύγχηση, και επηρεάζη η κατάσταση αυτή την προσευχή του. Προ παντός στην Εκκλησία ήθελε να προσευχώμαστε με ειρήνη. Όταν σε ώρα ακολουθίας έβλεπε αταξία που δημιουργούσε σύγχηση, επενέβαινε διακριτικά και επανέφερε την τάξη»[iii]. «Αυτή την πολυπόθητη ειρήνη, ή μάλλον τον Θεό της ειρήνης, αναζητώντας οι ταραγμένες ψυχές κατέφευγαν κοντά του. Ο ίδιος ήταν ένα ήσυχο λιμανάκι, που δεν το τάραζαν οι φουρτούνες του κόσμου. Ακόμη και όταν έπρεπε από την υπεύθυνη θέση του να ελέγξη πρόσωπα και καταστάσεις, να θυμώση θυμόν τον δικαιότατον, η ειρήνη του δεν φυγαδευόταν, διότι δεν ενεργούσε με εμπάθεια, αλλα απαθώς, από ζήλο για τον Θεό και αγάπη για τον παρεκτραπέντα άνθρωπο, για τον οποίο έπασχε περισσότερο απ’ ότι ο ίδιος. Αν και συμμετείχε σε πολλά θέματα, ο Θεός φρουρούσε την καρδιά του και δεν τον εγκατέλιπε η πάντα νουν υπερέχουσα ειρήνη. Κοντά του ειρήνευαν οι άνθρωποι ημέρευαν και τα άγρια ζώα»[iv].

(συνεχίζεται)

[i] Ειρήνη Γκοραϊνωφ, Ο άγιος Σεραφείμ του Σάρωφ, εκδ. Τήνος, 200211, σ.79.

[ii] Ισαάκ Ιερομονάχου, Βίος Γέροντος Παϊσίου του αγιορείτου, Άγιον Όρος 2004, σ. 462.

[iii] Ενθ’ ανωτέρω, σ. 463.

[iv] Ενθ’ ανωτέρω, σ. 465.

Δευτέρα 26 Ιουλίου 2021

ΠΑΤΕΡΙΚΑ ΚΕΙΜΕΝΑ Β΄.

του Χριστόδουλου Βασιλειάδη
(Πίνκαας: Χριστόδουλου Βασιλειάδη)

Η δεύτερη ιστορία, που είναι παρμένη επίσης από το Γεροντικό, είναι η ακόλουθη:

«Δύο συνασκηταί βρίσκονταν σε ψυχρότητα μεταξύ τους από κάποια παρεξήγησι. Κάποτε αρρώστησε ο ένας και πήγε κάποιος από τους αδελφούς να τον επισκεφθή. Του εμπιστεύτηκε τότε ο άρρωστος, πως ήταν ψυχραμένος με τον συνασκητή του και τον παρακάλεσε να μεσολαβήση να συμφιλιωθούν, γιατί φοβόταν μη τον βρή έτσι ο θάνατος.

Γυρίζοντας πίσω στο κελλί του ο αδελφός , παρακαλούσε τον Θεό να τον φωτίση να χειριστή σωστά την υπόθεσι, για να μη προξενήση περισσότερη βλάβη παρά ωφέλεια. Μόλις έφτασε, οικονόμησε ο Θεός να του πάη κάποιος φίλος του ένα καλαθάκι σύκα. Διάλεξε τα ωραιότερα και, χωρίς να χάση καιρό, σηκώθηκε και τα πήγε στον συνασκητή του αρρώστου.

-Αββά, του είπε, αυτά σου στέλνει ο δείνα Γέροντας.

Ο Αββάς απόρησε.

-Σε μένα τα έστειλε;

-Ναι, είπε ο αδελφός.

Εκείνος τα δέχτηκε συγκινημένος κι’ ευχαρίστησε τον αδελφό. Ευχαριστημένος ο ειρηνοποιός από την πρώτη επιτυχία, επήγε τα υπόλοιπα σύκα στον άρρωστο.

-Σου τα στέλνει ο συνασκητής σου, του είπε.

-Τί λές. Λοιπόν, συμφιλιωθήκαμε; είπε με χαρά ο ασκητής

–Ναι, Αββά, με την ευχή σου, αποκρίθηκε ο αδελφός.

-Δόξα τω Θεώ, έκανε ενθουσιασμένος εκείνος.

Έτσι με λίγα σύκα συμφιλιώθηκαν οι συνασκηταί από τη σύνεσι του αδελφού»[i].

Και στις δύο περιπτώσεις βλέπουμε ότι η σύνεση και η διάκριση που είχε ο αδελφός, που μεσολάβησε, βοήθησαν έτσι ώστε να συμφιλιωθούν οι δύο συνασκητές.

(συνεχίζεται)

[i] Γεροντικόν, ενθ’ ανωτέρω, σς. 414-415.

Κυριακή 25 Ιουλίου 2021

Πατερικά κείμενα

του Χριστόδουλου Βασιλειάδη
(Φωτογραφία: Αλεξία Φιλίππου)

Αναφέρουμε δυο περιστατικά από το Γεροντικό, ενδεικτικά του ότι οι ασκητές επεδίωκαν πάντοτε να έχουν ειρήνη μεταξύ τους και να προσπαθούν με κάθε τρόπο και μέσο να ειρηνεύουν και τους συνασκητές τους.

«Μια χειμωνιάτικη νύχτα αναγκάστηκαν ν’ αγρυπνήσουν οι αδελφοί ενός Μοναστηριού για να τελειώσουν μια βιαστική δουλειά. Ένας απ’ αυτούς, πολύ ασθενικός στο σώμα, τόσο υπόφερε από το κρύο που τον έπιασαν δυνατα ρίγη. Άφησε τότε τη δουλειά και γύρισε στο κελλί του. Κάποιος άλλος όμως αγανάκτησε γι’ αυτό, άρχισε να γογγύζη, ώσπου εξανάγκασε τους υπόλοιπους να στείλουν να φωνάξουν πίσω τον άρρωστο.

Ο αδελφός, που πήγε γι’ αυτή τη δουλειά, τον βρήκε σε κακή κατάστασι και τον λυπήθηκε.

-Μ’ έστειλαν οι αδελφοί να ιδώ πως είσαι, του είπε με καλωσύνη. Όσο για τη δουλειά μη στενοχωρείσαι, εμείς θα την τελειώσουμε.

-Ο Θεός ν’ ανταμείψη τους κόπους σας, είπε εκείνος μ’ ευγνωμοσύνη. Επιθυμούσα πολύ να κοπιάσω μαζί σας, αλλά μ’ εμποδίζει η αρρώστεια μου.

Γύρισε ο αδελφός και είπε στους άλλους τα άλλους τα λόγια του αρρώστου, βεβαιώνοντάς τους πως πραγματικά υπέφερε.

Έτσι με τη μεσολάβησι του διακριτικού αδελφού δεν έχασαν την ειρήνη της ψυχής των»[i].

(συνεχίζεται)

[i] Γεροντικόν, σταλαγματιές από την πατερική σοφία, εκδ. Ορθοδόξου Χριστιανικής Αδελφότητος ΛΥΔΙΑ, Θεσσαλονίκη 19939, σσ. 413-414.

Σάββατο 24 Ιουλίου 2021

Η ειρήνη στους αρχαίους Έλληνες - Ρωμαϊκή ειρήνη

του Χριστόδουλου Βασιλειάδη
(Φωτογραφία: Αλεξία Φιλίππου)

Ο αρχαίος λυρικός ποιητής Ανακρέων (563π.Χ.-478π.Χ.) έλαβε κάποτε από τον τύραννο της Σάμου Πολυκράτη ως δώρο δέκα τάλαντα, ποσό τεράστιο για την εποχή εκείνη. Ο Ανακρέων, που ήτο λιτοδίαιτος και ολιγαρκής άνθρωπος, πέρασε δυο νύχτες ολότελα άυπνος, με την σκέψη τι έπρεπε να κάνη το μεγάλο εκείνο κεφάλαιο. Το πρωί λοιπόν της δεύτερης ημέρας παρουσιάσθηκε στον Πολυκράτη και επιστρέφοντας του τα δέκα τάλαντα, του είπε: «Το δώρο σου ήταν πολύ μεγάλης αξίας. Αλλά ακόμη μεγαλύτερη αξία για μένα έχει η ψυχική γαλήνη, που έχασα εξ αιτίας τους»[i].

Χαρακτηριστική επίσης υπήρξε και η ειρήνη, την οποία προσπάθησαν οι Ρωμαίοι να επιβάλουν δια της βίας, η λεγόμενη  «Pax Romana». Κατ’ απομίμηση της Ρωμαϊκής ειρήνης δημιουργήθηκε αργότερα η «Βρεττανική ειρήνη» (Pax Britannica) καθώς και η «Σοβιετική ειρήνη» (Pax Sovietica). Καμμιά όμως από αυτές τις προσπάθειες δεν καρποφόρησε, διότι και οι τρείς δεν είχαν θεμέλιο τον ακρογωνιαίο λίθο, Ιησού Χριστό.

(συνεχίζεται)

[i] Έχεις ειρήνη; εκδ. Χριστιανική εστία 19975, σσ. 6-7.

Παρασκευή 23 Ιουλίου 2021

Η χρήση της λέξεως «ειρήνη» στην Καινή Διαθήκη

του Χριστόδουλου Βασιλειάδη
(Φωτογραφία: Αλεξία Φιλίππου)

Οι άγγελοι πρώτοι εξύμνησαν το νεογέννητο βρέφος στη Βηθλεέμ, μπροστά από τους έκπληκτους ποιμένες. «και εξαιφνης εγενετο συν τω αγγελω πληθος στρατιας ουρανιου αινουντων τον Θεον και λεγοντων· δοξα εν υψιστοις Θεω και επι γης ειρηνη, εν ανθρωποις ευδοκια» (Λουκ. β' 13-14). Ξαφνικά, δηλαδή, κοντά στον άγγελο, παρουσιάστηκε ένα πλήθος απ’ την ουράνια στρατιά των αγγέλων, οι οποίοι υμνούσαν το Θεό και έλεγαν: Δόξα στον ύψιστο Θεό και ειρήνη στη γή, αγάπη και σωτηρία για τους ανθρώπους!

Η Αποκάλυψη επίσης που είναι το τελευταίο βιβλίο της Καινής Διαθήκης χαρακτηρίζεται σαν ευαγγέλιο της ειρήνης: «και υποδησαμενοι τους ποδας εν ετοιμασια του ευαγγελιουτης ειρηνης» (Εφ. στ' 15). Για παπούτσια στα πόδια σας, δηλαδή, βάλτε την ετοιμότητα να διακυρήξετε το χαρούμενο άγγελμα της ειρήνης.

Μόνο λοιπόν στην κοινωνία και στο σύνδεσμο με το Χριστό αποκτάται και διατηρείται η ειρήνη: «ταυτα λελαληκα υμιν ινα εν εμοι ειρηνην εχητε» (‘’Ιω. ιστ΄ 33). Αυτά σας τα είπα, λέγει ο Χριστός στους δώδεκα μαθητές του και διαχρονικά σε όλους τους μαθητές του, ώστε ενωμένοι μαζί μου να έχετε ειρήνη. «και η ειρήνη του Θεού η υπερέχουσα πάντα νουν φρουρήσει τας καρδίας υμων και τα νοήματα υμων εν Χτιστω Ιησου» (Φιλιπ. δ΄ 7)[i]. Και η ειρήνη του Θεού, που είναι ασύλληπτη στο ανθρώπινο μυαλό, θα διαφυλάσση τις και τις σκέψεις σας κοντά στον Ιησού Χριστό. Η ειρήνη επομένως είναι ο φρουρός της καρδιάς μας, που μας κρατεί ενωμένους με τον Κύριο.

(συνεχίζεται)

[i] Βλ. Έχεις ειρήνη; εκδ. Χριστιανική εστία 19975, σ. 12.

Πέμπτη 22 Ιουλίου 2021

Η χρήση της λέξεως «ειρήνη» στην Παλαιά Διαθήκη

του Χριστόδουλου Βασιλειάδη
(Φωτογραφία: Αλεξία Φιλίππου)

Στην παλαιά Διαθήκη η λέξη ειρήνη εσήμαινε την κατάσταση της σωτηρίας και της ευημερίας σε αντίθεση προς κάθε είδος κακού[i]. Στην Παλαιά Διαθήκη επίσης ο όρος χρησιμοποιείτο και σαν χαιρετισμός κατά την άφιξη ή αναχώρηση. Συγκεκριμένα κατά την άφιξη έλεγαν: «Ειρήνη σοι» (Κριτ. στ' 23) ενώ κατά την αναχώρηση: «Πορεύεσθε εν ειρήνη» (Κριτ. ιη' 6).

Στην Παλαιά Διαθήκη επίσης ο πιστός προσδοκά την ειρήνη σαν δώρο, το οποίο προέρχεται μόνο από το Θεό. Χωρίς το Θεό δεν μπορεί να υπάρξη ουσιαστική και πραγματική ειρήνη. Γι’ αυτό και ο προφήτης Ησαΐας παρακαλεί το Θεό να τους δώση ειρήνη: «Κύριε ο Θεός ημων, ειρηνη δος ημιν, παντα γαρ απεδωκας ημιν» (Ησ. κστ' 12). Δηλαδή, Κύριε ο Θεός μας, δώσε μας ειρήνη, διότι εσύ μας τα δίδεις όλα.

Ο προσδοκώμενος Μεσσίας στην Παλαιά Διαθήκη φέρει τον τίτλο  «αρχων ειρηνης» (Ησ. θ' 6). Επομένως, ο αρχηγός και εξουσιαστής της πραγματικής ειρήνης είναι ο Κύριος. Ο Μεσσίας είναι αυτός που φέρει την πραγματική, τέλεια και αιώνια ειρήνη. «μεγαλη η αρχη αυτου, και της ειρηνης αυτου ουκ εστιν οριον» (Ησ. θ' 7). Επομένως από το χωρίο αυτό συμπεραίνουμε ότι η βασιλική εξουσία του Μεσσία θα έχη απεριόριστη έκταση, θα εκτείνεται σε όλη την οικουμένη και στην ειρηνική του βασιλεία δεν θα υπάρχη τέλος.

(συνεχίζεται)

[i] Θρησκευτικη και ηθική εγκυκλοπαίδεια, τομ. 5ος, Αθηναι 1964, στ. 440.

Τετάρτη 21 Ιουλίου 2021

Η ειρήνη στις διαπροσωπικές μας σχέσεις

του Χριστόδουλου Βασιλειάδη
(Φωτογραφία: Αλεξία Φιλίππου) 

Πρόλογος

        Η ειρήνη, θα μπορούσαμε να πούμε κατ’ αρχήν, ότι είναι μια αρετή του ανθρώπου, που χαρίζεται ως δωρεά από το Θεό στον άνθρωπο, αφού ο άνθρωπος καθαρίσει την ψυχή και το σώμα του από τα πάθη και τις αμαρτίες. Δυστυχώς όμως, όπως λέγει και ο Άγιος Ισήδωρος Πηλουσιώτης, «το μεν της ειρηνης ονομα πανταχου· το δε πραγμα ουδαμου»[i]. Δηλαδή, όλοι παντού και πάντοτε μιλούν και διακηρύσσουν περί της ειρήνης, αλλά στην ουσία η ειρήνη είναι απούσα.

Ορισμός λέξεως ειρήνη

        Η ειρήνη είναι μια κατάσταση, που ζεί ο άνθρωπος, προς τον Θεόν, τον εαυτό του και προς τον πλησίον. Στα εβραϊκά η αντίστοιχη λέξη του όρου ειρήνη είναι το «σαλώμ» (salom), που εχρησιμοποιείτο ως ο καθημερινός χαιρετισμός μεταξύ των Ιουδαίων. Εξ αυτής της λέξεως προέρχεται το όνομα Σαλώμη, που σημαίνει Ειρήνη και Σαλωμών, που σημαίνει Ειρηναίος, ειρηνικός.

Η ειρήνη εν τω Παραδείσω της τρυφής

        Κατ’ αρχήν, νομίζω ότι είναι σωστό να ξεκινήσουμε τη σκέψη μας από την ειρήνη, η οποία υπήρχε στον Παράδεισο, εκεί όπου οι πρωτόπλαστοι ζούσαν ειρηνικά μεταξύ τους και σε σχέση με τη φύση και τα ζώα[ii]. Αυτή η ειρήνη χάθηκε εξ αιτίας της αμαρτίας και ανυπακοής των πρωτοπλάστων. Οι άνθρωποι, τα ζώα και γενικά ολόκληρη η φύση έχασε την παραδείσια ειρήνη και από τότε μπήκε στη ζωή του ανθρώπου η φθορά, η αμαρτία, το άγχος και γενικά οι παρεπόμενες της αμαρτίας καταστάσεις.

        Αυτή η ειρήνη είναι κεντρική έννοια στο κήρυγμα των προφητών για τη σωτηρία, που πρόκειται να φέρει ο προσδοκώμενος Μεσσίας, Ιησούς Χριστός, καθώς και για τη προσδοκώμενη μεσσιανική εποχή, κατά την οποία θα αποκατασταθή η παραδείσια ειρήνη, η οποία χάθηκε λόγω της αμαρτίας των πρωτοπλάστων. Αναφέρει σχετικά ο προφήτης Ησαΐας: «Τότε ο λύκος θα βόσκη μαζί με το αρνί, και η λεοπάρδαλις θα κατοική μαζί με το ερίφιον, το μοσχάριον και ο ταύρος θα βόσκουν μαζί με τον λέοντα και ένα μικρό παιδί θα οδηγεί αυτά ως ήμερα αρνία. Το βόδι και η αρκούδα θα βόσκουν μαζί και τα μικρά τους θα κάμνουν μαζί συντροφιά. Το λιοντάρι και το βόδι θα τρώγουν μαζί άχερα. Μικρό παιδί θα απλώνη και θα θέτη χωρίς κίνδυνο τα χέρια του στην τρύπα του δηλητηριώδους φιδιού και στη φωλιά, όπου τα φίδια έχουν τα μικρά τους. Όλα τα άγρια θηρία και τα δηλητηριώδη φίδια δεν θα κάμνουν σε κανένα κακό, ούτε θα έχουν τη δύναμη και τη διάθεση να σκοτώσουν κανένα στο άγιο μου όρος, διότι ολόκληρος ο κόσμος θα έχει πλημμυρίσει από τη θεία γνώση, όπως το πολύ νερό κατακαλύπτει τις θάλασσες»[iii].

Αυτή η ειρηνική κατάσταση με το Θεό, τους εαυτούς τους, τον πλησίον και τη φύση γενικά ζούσαν και ζουν οι άγιοι, οι οποίοι είναι συμφιλιωμένοι με τη φύση. Γι’ αυτό βλέπουμε και στους βίους τους, ότι οι άγιοι, οι οποίοι ζούσαν την προπτωτική, παραδείσια, κατάσταση, συμπεριφεέρονταν στα άγρια ζώα σαν να ήταν ήμερα.

(συνεχίζεται)

[i] Έχεις ειρήνη, εκδ. Χριστιανική εστία, 19975, σ.28.

[ii] «Όσο ο άνθρωπος βιώνει την ειρήνη στο πλήρωμά της, τόσο και τείνει προς την προπτωτική του κατάσταση, διότι η ειρήνη αποτελούσε βασικό γνώρισμα και στοιχείο της παραδεισένιας εκείνης ζωής των πρωτοπλάστων». Έχεις ειρήνη, εκδ. Χριστιανική εστία, 19975, σ.17.

[iii] «και συμβοσκηθήσεται λύκος μετ’ αρνός, και πάρδαλις συναναπαύεται ερίφω, και μοσχάριον και ταύρος και λέων άμα βοσκηθήσονται, και παιδίον μικρόν άξει αυτούς· και βους και αρκος βοσκηθησονται, και αμα τα παιδια αυτων εσονται, και λεων και βους αμα φαγονται αχυρα. και παιδιον νηπιον επι τρωγλην ασπιδων και επι κοιτην εκγονων ασπιδων την χειρα επιβαλει. και ου μη κακοποιησουσιν, ουδε μη δυνωνται απολεσαι ουδενα επι το ορος το αγιον μου, ότι ενεπλησθη η συμπασα του γνωναι τον Κυριον ως υδωρ πολύ κατακαλυψαι θαλασσας» (Ησ. ια΄ 6-9).

Τρίτη 20 Ιουλίου 2021

Κριτική του έργου

του Χριστόδουλου Βασιλειάδη
(Φωτογραφία: Αλεξία Φιλίππου)

      Πιστεύω ότι ο συγγραφέας της διδακτορικής διατριβής γύρω από το πρόσωπο του Μελχισεδέκ επιτυγχάνει τον σκοπό του, που είναι να δείξει την τυπολογική σχέση που έχει το ιστορικό πρόσωπο του Μελχισεδέκ με τον σαρκωμένο Θεάνθρωπο Ιησού Χριστό.

      Μέσα στα πλαίσια μιας σοβαρής μελέτης τα όρια στενεύουν και τα θέματα πρέπει να εξειδικεύονται, πράγμα το οποίο κατορθώνει ο συγγραφέας. Δεν πραγματεύεται το θέμα της αναφοράς μέσα στη λατρευτική και λειτουργική ζωή του προσώπου του Μελχισεδέκ∙ πόσες φορές και ποιες αναγινώσκεται το απόσπασμα από το βιβλίο της Γενέσεως περί της ευλογίας που δίνει ο Μελχισεδέκ στον Αβραάμ (κατά την εορτή των αγίων Πατέρων της πρώτης, τετάρτης και εβδόμης Οικουμενικής Συνόδου), καθώς και πόσες φορές και ποιες απαγγέλλεται εμμελώς το απόσπασμα από την προς Εβραίους επιστολή, το οποίο αναφέρεται στην σύγκριση του προσώπου του Μελχισεδέκ με του θεανθρωπίνου προσώπου του Δεσπότη Χριστού.

      Αναφορικά με το κυρίως θέμα του, ο συγγραφέας πετυγχαίνει μέσα σε κατοχυρωμένες και τεκμηριωμένες σκέψεις να αναλύσει διεξοδικά τις δογματικές αλήθειες της άνευ ανδρός συλλήψεως της Θεοτόκου (απάτωρ), της άνευ μητρός αϊδίου γεννήσεως Του εκ του Πατρός (αμήτωρ) και του γεγονότος ότι ο Χριστός, ως τέλειος Θεός, δεν γενεαλογείται, δεν έχει δηλαδή πίσω Του κάποιο γενεαλογικό δένδρο (αγενεαλόγητος).

      Τέλος επιτυγχάνει να αποδείξει, μέσα από την Αγία Γραφή, τα Πατερικά κείμενα και την Ιερά Παράδοση ότι η ιερωσύνη του Χριστού είναι ασυγκρίτως ανώτερα από τη νομική. Ο Μελχισεδέκ ως τύπος του Ιησού Χριστού είναι απλά ένα προεικόνισμα της τελείας ιερωσύνης του Ιησού Χριστού. Ο χώρος της ιερατικής διακονίας του Ιησού Χριστού δεν είναι η γη αλλά ο ουρανός. Ο Χριστός είναι η «αιώνια κληρονομιά» (Εβρ. θ΄ , 15) όλων εκείνων, που συλλειτουργούν μαζί Του και μετέχουν στο ιερατικό Του λειτούργημα. Η συλλειτουργία και δοξολογία του Θεού από τα ποιήματά Του είναι αιώνια και ατελεύτητη εις τους απεράντους αιώνας των αιώνων.

Δευτέρα 19 Ιουλίου 2021

Η ιερωσύνη της Παλαιάς Διαθήκης

του Χριστόδουλου Βασιλειάδη
(Φωτογραφία: Αλεξία Φιλίππου)

      Στο Δ΄ και τελευταίο κεφάλαιο ο συγγραφέας πραγματεύεται τη σχέση της ιερωσύνης του Ιησού Χριστού προς την ιερωσύνη της Παλαιάς Διαθήκης. Επίσης εξαίρει την υπεροχή της ιερωσύνης του Κυρίου έναντι της λευϊτικής τοιαύτης, η οποία και μετατίθεται πλέον στην τέλεια ιερωσύνη του Ιησού Χριστού. Αναφέρεται επίσης στη σωτηριολογική και εσχατολογική σημασία της ιερωσύνης του Ιησού Χριστού.

      Στην Παλαιά Διαθήκη οι ιερείς ήσαν άνθρωποι κατά την τάξιν του Ααρών, ενώ στην Καινή Διαθήκη δεν έχουμε άνθρωπο ιερέα, αλλά τον Θεάνθρωπο Ιησού κατά την τάξιν Μελχισεδέκ[i]. Οι ιερείς στην Παλαιά Διαθήκη εγκαθίσταντο στο αξίωμα τους χωρίς ορκωμοσία, και ετελούσαν πολλές θυσίες πολλές φορές την ημέρα. Στην Καινή Διαθήκη ο Ιησούς Χριστός έγινε ιερέας με ορκωμοσία ως ένας ιερέας πολύ πιο ανώτερης Διαθήκης (Εβρ. ζ΄ , 20-21), αφού εποίησε τη θυσία εφάπαξ, Εαυτόν ανενέγκας.

      Στη θυσία της Παλαιάς Διαθήκης έχουμε επίγειο θυσιαστήριο και σκηνή, πάνω στο οποίο θυσιάζουν μόνο ιερείς, ενώ στη νέα και Καινή Διαθήκη ο χώρος, που διακονεί ο Θεός Λόγος, είναι ο ουρανός, και ο Χριστός είναι, όχι μόνο ιερέας, αλλά ιερέας και βασιλιάς.

      Τέλος στην Παλαιά Διαθήκη οι ιερείς ήσαν άνθρωποι ασθενείς και αμαρτωλοί, ενώ στην Καινή Διαθήκη ο μέγας αρχιερέας είναι «όσιος, άκακος, αμίαντος, κεχωρισμένος από των αμαρτωλών και υψηλότερος των ουρανών» (Εβρ. ζ΄ , 26)[ii].

(συνεχίζεται)

[i] Βλ. όπ.π., σ. 210.

[ii] Βλ. όπ.π., σ. 211.

Κυριακή 18 Ιουλίου 2021

Ο καθολικός χαρακτήρας της θυσίας του Χριστού

του Χριστόδουλου Βασιλειάδη
(Φωτογραφία: Αλεξία Φιλίππου)

      Ο άνθρωπος λυτρώνεται και ελευθερώνεται μέσα από τη θυσία του Ιησού Χριστού. Στην Παλαιά Διαθήκη υπήρχε μια διάταξη, σύμφωνα με την οποία η θυσία, της οποίας το αίμα προσφέρεται εις τα άγια, πρέπει να γίνεται έξω από την παρεμβολή. Ακόμη και αυτή τη διάταξη της Παλαιάς Διαθήκης εξεπλήρωσε ο Ιησούς Χριστός, αφού έξω της πύλης έπαθε (Εβρ. ιγ΄ , 12)[i]. Έτσι, με αυτό τον τρόπο εφανέρωσε ότι η  θυσία Του είναι καθολική και γενικού και πανανθρώπινου χαρακτήρα και ότι ολόκληρη η οικουμένη κατεστάθη ναός, στον οποίο τελέσθηκε και τελείται η αναίμακτος αυτή θυσία. Μεσίτης μεταξύ Θεού και ανθρώπων έχει εγκατασταθή πλέον ο θεάνθρωπος Ιησούς. Η ιερωσύνη του Χριστού έχει υπόβαθρο της τη ζωή, η οποία δεν έχει τέλος, αφού, όπως αναφέρει προφητικά και ο ψαλμωδός, «συ ιερεύς εις τον αιώνα κατά την τάξιν Μελχισεδέκ» (Ψαλμ. 109, 4). Ο Χριστός, ως αιώνιος ιερέας, μπορεί να σώζει αυτούς, που προσέρχονται στον Θεό, μεσώ Αυτού, επειδή ζει πάντοτε, για να μεσιτεύει και προσεύχεται γι’ αυτούς (Εβρ. ζ΄ , 25)[ii].

(συνεχίζεται)

[i] Βλ. όπ.π., σ. 165.

[ii] Βλ. όπ.π., σ. 166.

Σάββατο 17 Ιουλίου 2021

Ο Χριστός θύτης και θύμα

του Χριστόδουλου Βασιλειάδη
(Φωτογραφία: Αλεξία Φιλίππου)

      Ο Ιησούς Χριστός στην προς Εβραίους επιστολή παρουσιάζεται ως αρχιερέας, ο οποίος προσφέρει θυσία στον Θεό Πατέρα. Το ίδιο έκανε και ο αρχιερέας στην Παλαιά Διαθήκη. Ο ίδιος ο Χριστός, έχοντας δύο φύσεις, την θεία και την ανθρώπινη, ενωμένες ασυγχύτως, ατρέπτως, αναλλοιώτως στο ίδιο θεανθρώπινο πρόσωπο, είναι ταυτόχρονα και ο θύτης και το θύμα. Αυτός είναι ο μέγας αρχιερεύς, από τον οποίο πηγάζει και το ιερατικό αξίωμα, αλλά ταυτόχρονα θυσιάζει και τον ίδιο τον εαυτό Του ως άνθρωπο πάνω στον Σταυρό. Η θυσία του Χριστού πάνω στον Σταυρό ήταν και είναι αναγκαία για τη συνδιαλλαγή και καταλλαγή του ανθρώπου με τον Θεό. Ο σταυρικός θάνατος του Λόγου, που έλαβε σάρκα είναι το αποκορύφωμα της συνεχούς αυτοπροσφοράς Του. Κάθε φορά, που τελείται το μυστήριο της Θείας Ευχαριστίας, ο Χριστός θυσιάζει, ως μέγας αρχιερεύς, δια των χειρών του επιγείου ιερέως, τον ίδιο τον εαυτό του, ως άνθρωπο.

(συνεχίζεται)

Παρασκευή 16 Ιουλίου 2021

Η κλήση του Ιησού Χριστού στο αρχιερατικό αξίωμα

του Χριστόδουλου Βασιλειάδη
(Φωτογραφία: Αλεξία Φιλίππου)

      Το ε΄ κεφάλαιο της προς Εβραίους επιστολής αναφέρεται στην κλήση του Ιησού Χριστού, ως ανθρώπου, από τον Θεό Πατέρα στο αρχιερατικό αξίωμα∙ «ούτω και ο Χριστός ούχ Εαυτόν εδόξασε γενηθήναι αρχιερέα, αλλ’ ο λαλήσας προς αυτόν∙ υιός μου ει συ, εγώ σήμερον γεγέννηκά σε» (Εβρ. ε΄ , 5). Ο Χριστός δεν εδόξασε μόνος Του τον εαυτό Του εις το να γίνει αρχιερεύς, αλλά τον εδόξασε ο Θεός, ο οποίος μίλησε προς αυτόν και του είπε∙ Υιός μου είσαι εσύ∙ Εγώ σε γέννησα σήμερα, όταν σου έδωσα την ανθρώπινη φύση. Η ιερωσύνη του Χριστού είναι έργο της ελεύθερης θέλησης και αγάπης του Θεού, και ως αρχή της θεωρείται η σάρκωση του δευτέρου Προσώπου της Αγίας Τριάδος, δηλαδή του Θεού Λόγου. Η εγγύηση της αιωνιότητας της ιερωσύνης του Χριστού είναι η τάξη Μελχισεδέκ.

(συνεχίζεται)

Πέμπτη 15 Ιουλίου 2021

Ιησούς Χριστός, ο τέλειος αρχιερεύς, Η ενανθρώπηση του Κυρίου

του Χριστόδουλου Βασιλειάδη
(Φωτογραφία: Αλεξία Φιλίππου)

      Στο Γ' κεφάλαιο ο Μίρκο Τομάσοβιτς ασχολείται με το μυστήριο της ιερωσύνης του Ιησού Χριστού, δηλαδή την εν Χριστώ τελείωση της ιερωσύνης κατά την τάξιν Μελχισεδέκ. Κύριο κεντρικό πρόσωπο του κεφαλαίου είναι ο Ιησούς Χριστός, και όχι ο Μελχισεδέκ. Ο Κύριος είναι ο τέλειος αρχιερέας, όπως αυτό φαίνεται μέσα στην Καινή Διαθήκη. Η ιερωσύνη του Χριστού όμως, όπως αναφέρει Γρηγόριος ο Θεολόγος, σχετίζεται με την ανθρώπινη, και όχι με τη θεία Του φύση, η οποία είναι αμετάβλητος και αναλλοίωτος και υπεράνω του πάθους[i]. Ο σαρκωμένος Χριστός προσαγορεύεται από τον Θεό ιερέας κατά την τάξιν Μελχισεδέκ. Η ενανθρώπηση Του «αποτελεί νέα οντολογική πραγματικότητα, ουσιαστική και αληθή Ένωση Θεού και ανθρώπου»[ii]. Η ενανθρώπηση του Θεού Λόγου αποτελεί το υπόβαθρο και θεμέλιο της ιερωσύνης του Χριστού. Δια της σαρκώσεως εισάγεται «ο πρωτότοκος εις την οικουμένην» (Εβρ. α΄ , 5).

(συνεχίζεται)


[i] Βλ. όπ.π., σ. 107.

[ii] Όπ.π., σ. 162.

Τετάρτη 14 Ιουλίου 2021

Απάτωρ, αμήτωρ, αγενεαλόγητος, Συμπέρασμα

του Χριστόδουλου Βασιλειάδη
(Φωτογραφία: Αλεξία Φιλίππου)

      Η φυλή, από την οποία προέρχεται ο Χριστός, είναι η του Ιούδα· αυτή δεν ήταν, όπως η φυλή του Λευϊ, ιερατική φυλή. Το ίδιο συμβαίνει και με τον τύπο του Ιησού Χριστού Μελχισεδέκ, ο οποίος δεν γενεαλογείται από τη φυλή του Λευϊ.

      Ο Μελχισεδέκ δεν είχε χρισθή με έλαιο, όπως ο Ααρών· η ιερωσύνη του ήταν θείο δώρο, το οποίο είναι αιώνιο. Το ίδιο και ο Κύριος, ο Οποίος επίσης δεν έχει διαδόχους, καθώς και ο Μελχισεδέκ. Η ιερωσύνη του Μελχισεδέκ είναι ανώτερη από τη Λευϊτική· το ίδιο συμβαίνει και στο πρόσωπο του Ιησού Χριστού. Η ιερωσύνη Του είναι κατά πολύ ανώτερη και ασύγκριτη από τη νομική[i].

      Ο Ιησούς Χριστός, όπως και ο Μελχισεδέκ, είναι ιερέας, όχι μόνο των Ιουδαίων, αλλά και των εθνών. Έχει έλθει στον κόσμο, για να καλέσει σε ένα δείπνο μυστικό ολόκληρη την ανθρωπότητα, και όχι μόνο τους Ιουδαίους. Στο δείπνο αυτό ο Κύριος είναι και ο θύτης, αλλά και το θύμα. Όπως αναφέρεται στο βιβλίο της Γενέσεως, ο Μελχισεδέκ προσέφερε ως θυσία «άρτους και οίνον» (Γεν. ιδ' , 18). Η προσφορά αυτή του Μελχισεδέκ, εκτός του ότι είναι προτύπωση του Σώματος και του Αίματος του Ιησού Χριστού, «στηρίζει και αυτόν και τους άνδρες του μετά την ταλαιπωρίαν»[ii].

      Ο Μελχισεδέκ προσφέρει άρτους και οίνον προς ενίσχυσιν του κουρασμένου στρατού του Αβραάμ. Ο άρτος και οίνος είναι προτύπωση της αναιμάκτου θυσίας του Χριστού, της θείας ευχαριστίας. «Το βέβαιον όμως είναι ότι η Αγία Γραφή, αναφερομένη εις τον Μελχισεδέκ, ομιλεί ρητώς περί προτυπώσεως ιερωσύνης, ουχί όμως περί προτυπώσεως της θυσίας ταύτης»[iii].

      Τέλος η προς Εβραίους επιστολή εξαίρει το πρόσωπο του Μελχισεδέκ, και όχι το έργο του, διότι ο ιερεύς Μελχισεδέκ προτυπώνει τον Ιησού χριστό, ο οποίος είναι η αυτοαλήθεια, η αυτοζωή, η πηγή όλων των καλών και η αυτοτελειότης[iv]. Η προς Εβραίους επιστολή τελικά έχει κεντρικό πρόσωπο τον Ιησού Χριστό, και όχι τον ιερέα Μελχισεδέκ.

(συνεχίζεται)

[i] Βλ. ΤΟΜΑΣΟΒΙΤΣ, Μελχισεδέκ, σ. 94.

[ii] Ν. Π. ΒΑΣΙΛΕΙΑΔΗ, Η Παλαιά Διαθήκη μετά συντόμου ερμηνείας, έκδ. Αδελφότης Θεολόγων ο Σωτήρ, 71997, σ. 115.

[iii] ΓΙΑΝΝΑΚΟΠΟΥΛΟΥ, Π. Διαθήκη, όπ.π., σ. 124.

[iv] Βλ. ΤΟΜΑΣΟΒΙΤΣ, Μελχισεδέκ, όπ.π., σ. 95.