Μαρία Χατζηνικολάου
φιλόλογος
Όταν και αυτοί οι
άνδρες, που ήσαν ανάμεσα στους δικαστές της έφυγαν, η μοιχαλίδα ανασηκώθηκε
γονατιστή. Ένα ρεύμα από καινούργιο
θάρρος την περιέλουσε. Πολύ λίγο
κατάλαβε τι είχε συμβεί, αλλά αντιλήφθηκε ότι θα σωζόταν, ότι είχε ήδη σωθεί. Η ορμή της ζωής την γέμισε με ανείπωτη χαρά. Αισθανόταν περίεργες ανατριχίλες σ’ ολόκληρο
το σώμα της. Δεν μπορούσε να το
πιστέψει, αλλά είχε το συναίσθημα ότι ήθελε να χορέψει. Ακόμα όμως δεν ήταν εκτός κινδύνου, γιατί
τώρα ορμούσαν οι άλλοι παρόντες, για ν’ αρπάξουν πέτρες και να εκτελέσουν την καταδικαστική
απόφαση. Αλλά ο ένας μετά τον άλλο
υποχωρούσαν, μόλις το βλέμμα τους έπεφτε στο έδαφος. Αντί να πάρουν θανατηφόρες πέτρες και να εκτελέσουν την τιμωρία,
απομακρύνονταν τρέμοντας και χλωμοί, σαν νεκροί, αποστρέφοντας τα βλέμματα τους
ντροπιασμένοι.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου