Ἔτσι ἐπάνω στό σταυρό ὁ
κοινός θάνατος συγκρούστηκε μέ τόν ‟θεανθρώπινοˮ θάνατο, καί ὑπέκυψεν ὡς ἀδύναμος
μπροστά στή θεοδυναμία τοῦ σταυρικοῦ θαύματος»[1]. Πολύ παραστατικά
περιγράφει και ο Άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός τη θανάτωση του θανάτου: «Πλησιάζει,
λοιπόν, ὁ θάνατος καί καταπίνοντας τό δόλωμα τοῦ σώματος πιάνεται στό ἀγκίστρι τῆς θεότητας καί ἀφοῦ
γεύθηκε ἀναμάρτητο καί ζωοποιό σῶμα καταστρέφεται καί ἀποδίδει ὅλους ἐκείνους
πού παλαιότερα εἶχε καταπιεῖ. Ὅπως ἐξαφανίζεται τό σκοτάδι μέ τόν ἐρχομό τοῦ
φωτός, μέ τόν ίδιο τρόπο καί ἡ φθορά διώχνεται μέ τήν ἐπίθεση τῆς ζωῆς, καί ὅλοι
μετέχουν στή ζωή, ἐνῶ ἐκεῖνος πού φθείρει μετέχει στή φθορά»[2]. Έτσι με τον θάνατο του
Θεανθρώπου πάνω στον σταυρό, ο θάνατος, που κληρονομήσαμε από τον Ἀδάμ,
κατεπόθη και εξαφανίσθηκε από τη θεότητα, καθώς και η
αμαρτία εξαφανίσθηκε πλήρως και ολοσχερώς από τη δικαίωση που μας χαρίσθηκε δια
μέσου του Ιησού, οπότε κατά την ανάσταση των νεκρών θα λάβουμε πάλι το σώμα,
που δεν θα υπόκειται πλέον στον θάνατο,
ούτε θα είναι υπεύθυνο για την αμαρτία[3]. Παρόλο που ο θάνατος του
θνητού σώματος υφίσταται ως φυσικό γεγονός, σημαίνοντας το τέλος του βιολογικού
μας κύκλου, αυτό δεν σημαίνει ότι εξαφανιζόμαστε, γιατί, όπως τα σπέρματα που
ρίχνονται στη γη, διαλύονται μεν στο χώμα, αλλά δεν εξαφανίζονται, έτσι και
εμείς σπειρόμαστε στη γη για να αναστηθούμε κατά την κοινή ανάσταση, σύμφωνα με
την υπόσχεση του Λόγου του Θεού, που έχει καταστεί για όλους τους ανθρώπους το
ένδυμα της αφθαρσίας[4]. Εξάλλου μετά την ενανθρώπηση,
τον θάνατο και την ανάσταση του Θεού Λόγου, δεν μιλούμε για θάνατο και νεκρούς,
αλλά αναφερόμαστε σε κοίμηση και κεκοιμημένους όπως χαρακτηριστικά αναφέρει ο
ιερός Χρυσόστομος, ότι πραγματικός θάνατος και τυραννία θανάτου υπάρχουν, εκεί
όπου ο άνθρωπος, όταν πεθάνει, δέν έχει τη δυνατότητα να επανέλθει στή ζωή. Όταν
όμως μπορεί να ζήσει, μετά τον φυσικό θάνατο, και μάλιστα ζωή καλύτερη απ’ αυτήν
του κόσμου τούτου, τότε αυτός δεν είναι θάνατος αλλά κοίμηση[5].
[1] Α. ΘΕΟΔΩΡΟΥ, Ἄμωμοι..., σ. 93.
[2] ΙΩ. ΔΑΜΑΣΚΗΝΟΥ, Ἔκδοσις ἀκριβής τῆς ὀρθοδόξου πίστεως, 3,
27, P. G. 94, 1097AB, μτφρ.Ι. Πλεξίδα, από Πρότυπες Θεσσαλικές Ἐκδόσεις,
Τρίκαλα, Ἀθῆναι, 2008.
[3] Μ. ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ, Ἐπιστ.261, Τοῖς ἐν Σωζοπόλει 2,3 P. G. 32, 969B καί 972BC.
[4] Μ. ΑΘΑΝΑΣΙΟΥ, Λόγος περί τῆς ἐνανθρωπήσεως..., (§
9,21) P. G. 25.
[5] ΙΩ. ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΥ, Ἑρμηνεία εἰς τήν πρός Ἐβραίους ἐπιστολήν, (Ομιλ. ΙΖ΄§ β), P.G. 63, 129.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου