Από τον 5ον αιώνα βλέπουμε ότι υπήρχαν
διακεκριμένοι δάσκαλοι (Μαίστορες) της εκκλησιαστικής μουσικής. Επί
Ιουστινιανού υπήρχαν στην Αγία Σοφία 25 ψάλτες και 100 αναγνώστες.
Το Εκκλησιαστικό «Όργανο» έχει την καταγωγή του
στους Αλεξανδρινούς χρόνους και συγκεκριμένα στον Κτησίβιο (415 π.Χ.) και το
γιο του Ήρωνα. Τότε ονομαζόταν «ύδραυλις».
Κατά τους Βυζαντινούς χρόνους αυτό το ογκώδες
αερόφωνο «Όργανο» ήταν σε χρήση στον Ιππόδρομο και στο Παλάτι. Με τη συνοδεία
αυτού εψάλλονταν οι επευφημίες προς τους Βασιλείς.
Το «Όργανο» εδώρησε ο εικονομάχος αυτοκράτορας
Κωνσταντίνος Ε΄ο Κοπρώνυμος στον αυτοκράτορα των Φράγκων Πιπίνο και έτσι
εισήχθη στις λατινικές Εκκλησίες.
Ο τίτλος «μαίστορας» υποδηλώνει τον διακεκριμένο
ερμηνευτή – πρωτοψάλτη και διδάσκαλο – συνθέτη της Ορθοδόξου Εκκλησιαστικής
μουσικής μας. Αναφέρομε κάτω τους κυριώτερους μαίστορες στο χώρο της
Εκκλησιαστικής μας μουσικής.
Ιωάννης ο Δαμασκηνός:
Από τις μεγαλύτερες φυσιογνωμίες στην ιστορία της εκκλησιαστικής μας μουσικής. Κορυφαίος μελωδός, Θεολόγος και φιλόσοφος. Κατέταξε την ανατολική μουσική παράδοση, που προύπήρχε μέχρι τον όγδοο αιώνα, σε οκτώ ήχους, και έτσι ονόμασε το βιβλίο αυτό Οκτώηχο.
Ιωάννης Παπαδόπουλος ο Κουκουζέλης:
Έζησε κατά τον δεκατοτρίτο αιώνα. Επινόησε σαράντα
περίπου νέα σημάδια και έτσι τελειοποίησε την μουσική γραφή, που προύπήρχε, η
οποία ήταν στενογραφική: Ενα μουσικό σημάδι για μια ολόκληρη μουσική φράση.
Ο ίδιος χρησιμοποιεί τα μουσικά σημάδια που
ονομάζονται φθορές, με τα οποία κάνομε μετατροπία (modulation) από ένα ήχο σε άλλο.
Κάποτε ήταν Σάββατο του Ακαθίστου και ο Ιωάννης,
μετά το τέλος του Κανόνα, κουρασμένος από την πολύωρη αγρυπνία και ορθοστασία,
αποκοιμήθηκε στο στασίδι του. Τότε φάνηκε σ΄αυτόν η Κυρία Θεοτόκος και του
είπε: «Να χαίρεις, τέκνον του Ιωάννη, ψάλλε μου και δεν θα σε εγκαταλείψω» και
του έβαλε στο χέρι ένα χρυσό φλουρί. Όταν ο Ιωάννης ξύπνησε, βρήκε στο χέρι του
το νόμισμα, το οποίο μέχρι σήμερα φυλάσσεται στην Ιερά Μονή της Μεγίστης Λαύρας
του Αγίου Όρους.
Αναφέρεται ότι όταν ο Μωάμεθ ο Β΄ ο Πορθητής της
Κωνσταντινουπόλεως έμαθε ότι οι ψάλτες της Ορθοδόξου Εκκλησίας μπορούν να
γράφουν τις μελωδίες των αγαρηνών, διέταξε να έρθουν μπροστά του ένας ψάλτης
και ένας πέρσης, ο οποίος ήταν και επιστήμονας και καλλίφωνος.
Ο πέρσης, λοιπόν, ετραγούδησε ένα άσμα και ο ψάλτης
το έγραψε. Όταν δε ο ψάλτης ετραγούδησε το άσμα εθαύμασαν και ο Μωάμεθ και ο
Πέρσης μουσικός.
Ο Μωάμεθ χάρισε και στους δύο πολλά δώρα θαυμάζοντας την λεπτότητα του ψάλτη. Λέγεται, επίσης, ότι ο Πέρσης, όταν άκουσε τον ψάλτη να μιμείται και να τραγουδά αυτό που ουδέποτε είχε ακούσει, τον επροσκύνησε λέγοντας ότι πράγματι είναι μεγάλη η σοφία και η δεξιότητα του ψάλτη.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου