Κυριακή 16 Ιουνίου 2024

Ὁ ῞Οσιος Κόπρις καὶ ἡ σημερινὴ ἐποχὴ Α΄.

του Χριστόδουλου Βασιλειάδη

(Σκίτσο: Χριστόδουλος Βασιλειάδης)

          Αὐτὸς ἐγεννήθη σὲ μία κοπριά, ποὺ βρισκόταν ἔξω ἀπ’ τὸ μοναστήρι τοῦ Ὁσίου Θεοδοσίου Κοινοβιάρχου. Ἡ μητέρα του, ἐπειδὴ διωκόταν ἀπὸ τοὺς ᾿Αγαρηνούς, μαζὶ μὲ ἄλλους πολλοὺς κατέφυγε, γιὰ νὰ γλυτώσῃ, στὸ μοναστήρι. ᾿Εκεῖ τὴν ἔπιασαν οἱ πόνοι καὶ γέννησε πάνω σὲ μιὰ κοπριά. ᾿Αφοῦ ἐπέρασαν οἱ ᾿Αγαρηνοί, οἱ μοναχοὶ βρῆκαν τὸ βρέφος πάνω στὴν κοπριὰ καὶ μὲ προσταγὴ τοῦ Ὁσίου Θεοδοσίου τὸ πῆραν καὶ τὸ ὠνόμασαν Κόπριν. Σημειώνουμε ἐδῶ ὅτι ὁ ῞Οσιος Θεοδόσιος ἔζησε στοὺς χρόνους τοῦ Λέοντος τοῦ Μεγάλου, κατὰ τὸ δεύτερο μισὸ τοῦ 5ου αἰώνα.

          ῎Ετρεφαν τὸ παιδὶ μὲ τὸ γάλα μιᾶς αἴγας, ἡ ὁποία ἔβοσκε μαζὶ μὲ τὶς ἄλλες καί, ὅταν ἐρχόταν ὁ καιρός, γιὰ νὰ βυζαίνῃ τὸ παιδί, τότε χωριζόταν ἀπὸ τὶς ἄλλες καὶ μόνη της κατέβαινε ἀπὸ τὸ βουνό. ᾿Αφοῦ δὲ τὸ ἐβύζαινε, γύριζε πίσω στὴ βοσκή της. ᾿Επειδὴ ὁ ῞Οσιος εἶχε καθαρὴ καρδιά, ἀξιώθηκε καὶ τῆς χάριτος τοῦ Παναγίου Πνεύματος καὶ ὑπέτασσε τὰ θηρία.

          Κάποτε ὁ ῞Οσιος Κόπρις βρῆκε μιὰ ἀρκοῦδα, ἡ ὁποία ἔτρωγε τὰ μαρούλια τοῦ κήπου. Τότε τὴν ἔπιασε ἀπὸ τὸ αὐτὶ καὶ τὴν ἔβγαλε ἔξω ἀπὸ τὸν κῆπο καὶ μὲ τὴν εὐχὴ τοῦ ἡγουμένου τοῦ μοναστηριοῦ Θεοδοσίου τὴν ἔκαμε νὰ μὴν ξαναμπῇ ποτὲ πιὰ στὸν κῆπο. Μιὰ ἄλλη φορὰ ὁ ῞Οσιος Κόπρις ἀνέβαινε στὸ βουνὸ μαζὶ μὲ τὸν γαΐδαρο τοῦ μοναστηριοῦ, γιὰ νὰ κόψῃ ξύλα καί, ἐπειδὴ μιὰ ἀρκοῦδα ἐπλήγωσε τὸν γαΐδαρο στὸν μηρό, ἔπιασε ὁ ῞Οσιος τὴν ἀρκοῦδα καὶ ἐφόρτωσε σ’ αὐτὴν τὰ ξύλα, λέγοντάς της: «Δὲν θὰ σὲ ἀφήσω ποτέ, ἀλλὰ ἐσὺ θὰ κάμνῃς τὴν ὑπηρεσία τοῦ γαϊδάρου, τὸν ὁποῖο πλήγωσες, μέχρι νὰ γίνῃ καλά». Καὶ πράγματι ἔτσι καὶ ἔγινε.

          Ὁ ῞Οσιος ἔζησε πάνω ἀπὸ ἐνενῆντα χρόνια καί, ὅταν ἔψαλλε στὴν ᾿Εκκλησία, ἀξιωνόταν νὰ βλέπῃ τὸν ῞Οσιο Θεοδόσιο -ἐνῷ αὐτὸς εἶχε πεθάνει- νὰ συμψάλλῃ μαζί του.

(συνεχίζεται)

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου