ὑπὸ τοῦ Ἁγίου Παϊσίου τοῦ Ἁγιορείτου[1]
Καταλαβαίνω ὅτι ἕνα φυσιολογικὸ παιδί, στὴ νεανικὴ ἡλικία, δὲν εἶναι εὔκολο νὰ βρίσκεται σὲ τέτοια πνευματικὴ κατάσταση, ὥστε νὰ κάνει διάκριση· «οὐκ ἔνι ἄρσεν καὶ θῆλυ» (Γαλ. γ´, 28). Γι᾽ αὐτὸ καὶ οἱ πνευματικοὶ Πατέρες συνιστοῦν νὰ μὴ κάνουν συντροφιὰ τὰ ἀγόρια μὲ τὰ κορίτσια, ὅσο καὶ πνευματικὰ κι ἂν εἶναι, γιατὶ ἡ ἡλικία εἶναι τέτοια ποὺ δὲν βοηθάει καὶ ὁ πειρασμὸς ἐκμεταλλεύεται τὴ νεότητα. Γι᾽ αὐτὸ συμφερότερο εἶναι ὁ νέος νὰ θεωρηθεῖ ἀκόμα καὶ κουτὸς ἀπὸ τὰ κορίτσια (ἢ ἡ νέα ἀπὸ τὰ ἀγόρια) γιὰ τὴν πνευματική του φρονιμάδα καὶ ἁγνότητα καὶ νὰ σηκώνει καὶ αὐτὸν τὸν βαρὺ σταυρό. Γιατὶ αὐτὸς ὁ βαρὺς σταυρὸς κρύβει ὅλη τὴ δύναμη καὶ τὴ σοφία τοῦ Θεοῦ καὶ τότε ὁ νέος θὰ εἶναι πιὸ δυνατὸς ἀπὸ τὸν Σαμψὼν καὶ πιὸ σοφὸς ἀπὸ τὸν σοφὸ Σολομώντα.
Καλύτερα
εἶναι, ὅταν βαδίζει, νὰ προσεύχεται καὶ νὰ μὴν κοιτᾶ δεξιὰ καὶ ἀριστερά, ἀκόμα
καὶ ἂν πρόκειται νὰ παρεξηγηθεῖ ἀπὸ συγγενικὰ πρόσωπα, γιατὶ δῆθεν τοὺς
περιφρόνησε καὶ δὲν τοὺς μίλησε, παρὰ νὰ περιεργάζεται καὶ νὰ βλάπτεται καὶ νὰ
παρεξηγηθεῖ ἀκόμα ἀπὸ τοὺς κοσμικοὺς ἀνθρώπους ποὺ σκέφτονται πονηρά. Χίλιες
φορὲς καλύτερα νὰ φεύγει σὰν τὸ ἀγρίμι ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους μετὰ τὸν ἐκκλησιασμό,
γιὰ νὰ διατηρήσει τὴν πνευματική του φροντίδα καὶ ὅ,τι ἀπεκόμισε ἀπὸ τὸν ἐκκλησιασμό,
παρὰ νὰ κάθεται καὶ νὰ χαζεύει στὶς γοῦνες (ἢ στὶς γραβάτες ἡ νέα) καὶ νὰ ἀγριέψει
πνευματικὰ ἀπὸ τὸ γρατσούνισμα ποὺ θὰ τοῦ κάνει ὁ ἐχθρὸς στὴν καρδιά.