Χριστόδουλου Βασιλειάδη
Αυτός
είναι και ο λόγος που ο διάκονος στην αρχή της Θείας Λειτουργίας στη «μεγάλη
συναπτή»[1] ή
στα λεγόμενα ειρηνικά, όπως ονομάζονται, προσεύχεται να μας χαρίσει ο Θεός την
«ανωθεν ειρηνη». Η πρώτη αίτηση είναι η εξής: «Εν ειρηνη του Κυριου
δεηθωμεν»,  δηλαδή με ειρήνη, ελεύθεροι
από μίση ή ψυχρότητα ή από ταραχή φροντίδων, ας παρακαλέσουμε τον Κύριο. Αφού
λοιπόν προτρέπει ο διάκονος να προσευχόμαστε με ψυχική ειρήνη και γαλήνη,
ακολούθως εύχεται: «Υπερ της ανωθεν ειρηνης και της σωτηριας των ψυχων ημων,
του Κυριου δεηθωμεν»· δηλαδή μας προτρέπει να παρακαλέσουμε τον Κύριο για την
ειρήνη που χαρίζεται από τον Θεό, η οποία μας απαλλάττει από κάθε τύψη
συνειδήσεως, και για τη σωτηρία των ψυχών μας. Είναι φανερό εδώ ότι παρακαλούμε
τον Θεό να μας δώσει την ειρήνη, η οποία προέρχεται από τον Κύριο, σαν δώρο και
όχι από τη δική μας ασθενή και πεπτωκυία φύση. Επομένως η Εκκλησία μας καλεί να
προσευχόμαστε «εν ειρηνη» και «υπερ της ειρηνης»[2].

Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου