Ὁ
οἰκουμενικὸς πατριάρχης Γρηγόριος ΣΤ΄ κατὰ τὸ 1838 σὲ ἐγκύκλιό του ἀποκαλεῖ τοὺς
Οὐνῖτες προβατόσχημους λύκους, δολίους καὶ ἀπατεῶνες. Οἱ Οὐνῖτες κατὰ τὴν
περίοδο ἐκείνη δροῦσαν κυρίως στὴ Συρία, Αἴγυπτο καὶ Παλαιστίνη. Μετὰ τὸν
κριμαϊκὸ πόλεμο[1],
ἄρχισε στὴ Βουλγαρία ἡ κρίση τῶν Οὐνιτῶν.
Αὐτὴ ὁδήγησε στὸ Βουλγαρικὸ σχίσμα τοῦ 1870. Κατὰ τὸ 1897 οἱ Γάλλοι Ἀσσομψιονιστὲς
μοναχοὶ ἄρχισαν νὰ ὑποστηρίζουν τοὺς Οὐνῖτες τῆς Βουλγαρίας καὶ νὰ ἐξαπλώνουν τὴν
Οὐνία στὴν Κωνσταντινούπολη καὶ τὴ Θράκη. Ὁ πάπας Βενέδικτος ὁ ΙΓ΄ ἔδωσε ἐντολὴ
σὲ λατίνους κληρικοὺς νὰ λειτουργοῦν στὰ παπικὰ σχολεῖα τῆς Κωνταντινούπολης μὲ
ὀρθόδοξα ἄμφια. Αὐτὸς εἶναι καὶ ὁ λόγος, ποὺ ὁ οἰκουμενικὸς πατριάρχης Ἰωακεὶν ὁ
Γ΄ τὸ 1907 ἔστειλε ἐγκύκλιο, στὴν ὁποία στιλητεύει τὴν οὐνιτικὴ προπαγάνδα.
[1] Ὁ Κριμαϊκὸς πόλεμος ξεκίνησε τὸν Ὀκτώβριο τοῦ 1853 και τελείωσε τὸν Φεβρουάριο τοῦ 1856. Στὸ ἕνα στρατόπεδο ἦταν ἡ Ρωσσικὴ αὐτοκρατορία καὶ στὸ ἄλλο οἱ συμμαχικὲς δυνάμεις τῆς Βρετανικῆς αυτοκρατορίας, τῆς Γαλλικῆς αὐτοκρατορίας, τῆς Ὀθωμανικῆς αὐτοκρατορίας και τοῦ Βασιλείου τῆς Σαρδηνίας.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου