Η δεύτερη
ιστορία, που είναι παρμένη επίσης από το Γεροντικό, είναι η ακόλουθη:
«Δύο
συνασκηταί βρίσκονταν σε ψυχρότητα μεταξύ τους από κάποια παρεξήγησι. Κάποτε
αρρώστησε ο ένας και πήγε κάποιος από τους αδελφούς να τον επισκεφθή. Του
εμπιστεύτηκε τότε ο άρρωστος, πως ήταν ψυχραμένος με τον συνασκητή του και τον
παρακάλεσε να μεσολαβήση να συμφιλιωθούν, γιατί φοβόταν μη τον βρή έτσι ο
θάνατος.
Γυρίζοντας
πίσω στο κελλί του ο αδελφός , παρακαλούσε τον Θεό να τον φωτίση να χειριστή
σωστά την υπόθεσι, για να μη προξενήση περισσότερη βλάβη παρά ωφέλεια. Μόλις
έφτασε, οικονόμησε ο Θεός να του πάη κάποιος φίλος του ένα καλαθάκι σύκα.
Διάλεξε τα ωραιότερα και, χωρίς να χάση καιρό, σηκώθηκε και τα πήγε στον
συνασκητή του αρρώστου.
-Αββά, του είπε,
αυτά σου στέλνει ο δείνα Γέροντας.
Ο Αββάς απόρησε.
-Σε μένα τα
έστειλε;
-Ναι, είπε ο
αδελφός.
Εκείνος τα δέχτηκε
συγκινημένος κι’ ευχαρίστησε τον αδελφό. Ευχαριστημένος ο ειρηνοποιός από την
πρώτη επιτυχία, επήγε τα υπόλοιπα σύκα στον άρρωστο.
-Σου τα στέλνει ο
συνασκητής σου, του είπε.
-Τί λές. Λοιπόν,
συμφιλιωθήκαμε; είπε με χαρά ο ασκητής
–Ναι, Αββά, με την
ευχή σου, αποκρίθηκε ο αδελφός.
-Δόξα τω Θεώ,
έκανε ενθουσιασμένος εκείνος.
Έτσι με λίγα σύκα
συμφιλιώθηκαν οι συνασκηταί από τη σύνεσι του αδελφού»[i].
Και στις δύο
περιπτώσεις βλέπουμε ότι η σύνεση και η διάκριση που είχε ο αδελφός, που
μεσολάβησε, βοήθησαν έτσι ώστε να συμφιλιωθούν οι δύο συνασκητές.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου