Σάββατο 12 Ιουνίου 2021

ΚΩΛΥΜΑΤΑ ΙΕΡΩΣΥΝΗΣ ΚΕΦΑΛΑΙΟ Γ΄. ΚΑΝΟΝΙΚΗ ΤΕΚΜΗΡΙΩΣΗ Z΄.

του Χριστόδουλου Βασιλειάδη
(Φωτογραφία: Αλεξία Φιλίππου)

5. Κανόνες Μεγάλου Βασιλείου

Οἱ Κανόνες τοῦ Μεγάλου Βασιλείου ἐπικυρώθηκαν ἀορίστως μὲν ἀπὸ τὸν α΄ τῆς δ΄ καὶ τὸν α΄ τῆς ζ΄ Οἰκουμενικῆς Συνόδου, ὡρισμένως δὲ ἀπὸ τὸν β΄ τῆς Οἰκουμενικῆς στ΄ ( ὁποία καὶ δανειζομένη πολλοὺς Κανόνες τοῦ Μεγάλου Βασιλείου, τοὺς κάνει δικούς της) καὶ ἔτσι διὰ τῆς ἐπικυρώσεως αὐτῆς λαμβάνουν Οἰκουμενικὴν τρόπον τινὰ δύναμιν.

Κανὼν Γ΄

        Ὁ διάκονος ποὺ ἔγινε πόρνος μετὰ τὴ χειροτονία του, νὰ ἀπομακρύνεται ἀπὸ τὴ διακονία· κι ἀφοῦ ἀποσυρθεῖ στὴν τάξη τῶν λαϊκῶν, δὲ θὰ ἐμποδιστεῖ ἀπὸ τὴν «κοινωνία», γιατὶ ὑπάρχει κάποιος παλιὸς κανόνας ὅσοι ὑποβιβάζονται ἀπὸ τὸ βαθμό τους, νὰ ὑποβάλλονται μόνο σ᾽ αὐτὸ τὸ εἶδος τῆς τιμωρίας· οἱ παλιοὶ πον παραππ﷽﷽α ὺ θέσπισαν τὸν παραπάνω κανόνα ἀκολούθησαν, ὅπως νομίζω, ἐκεῖνο τὸ νόμο ποὺ λέει: «δὲ θὰ τιμωρήσεις δυὸ φορὲς γιὰ τὸ ἴδιο σφάλμα», ἀλλὰ καὶ γιὰ ἄλλο λόγο, ἐπειδὴ δηλαδὴ αὐτοὶ ποὺ ἀνήκουν στὴν τάξη τῶν λαϊκῶν, ἀφοῦ ἀποβληθοῦν ἀπὸ τὴ θέση τῶν πιστῶν, γίνονται πάλι δεκτοὶ στὴ θέση ἀπὸ τὴν ὁποία διώχτηκαν· ἐνῶ ὁ διάκονος ἔχει μιὰ γιὰ πάντα διαρκὴ τὴν τιμωρία τῆς καθαίρεσης· ἐπειδὴ λοιπὸν δὲν τοῦ δίνεται πίσω ἡ διακονία, σταμάτησαν μόνο σ᾽ αὐτὴν τὴν ποινή. Αὐτὰ λοιπὸν εἶναι σύμφωνα μὲ ὅσα ὁρίζουν οἱ κανόνες. Γενικὰ ὅμως πιὸ γνήσια θεραπεία εἶναι ἡ ἀπομάκρυνση ἀπὸ τὴν ἁμαρτία· ἐπομένως αὐτὸς ποὺ ἔδιωξε τὴ θεία χάρη ἐξαιτίας τῆς ἠδονῆς τῆς σάρκας, ἀπέχοντας ἀπὸ τὶς ἠδονές, ἀπὸ τὶς ὁποίες καταστράφηκε, μὲ τὴ συντριβὴ τῆς σάρκας καὶ μὲ κάθε εἴδους ὑποταγή του στὴν ἐγκράτεια θὰ μᾶς δώσει τέλεια τὴν ἀπόδειξη τῆς γιατρειᾶς του.

﷽﷽﷽﷽﷽Πρέπει λοιπὸν νὰ τὰ γνωρίζουμε ἐμεῖς καὶ τὰ δυό, δηλαδὴ τὰ ὅσα ὁρίζουν οἱ κανόνες καὶ τὰ ὅσα ἀπορρέουν ἀπὸ τὴ συνήθεια και ν᾽ ἀκολουθοῦμε τὴ συνήθεια τῆς παράδοσης ὅσον ἀφορᾶ αὐτοὺς ποὺ δὲ δέχτηκαν τὴν ἀπόλυτη ἐφαρμογὴ τῶν κανόνων[1].

Ἑρμηνεία

Ἂν ἴσως κάποιος διάκονος, μετὰ τὴ χειροτονία πορνεύσῃ, καθαιρεῖται μὲν ἀπὸ τὴ διακονία, σύμφωνα μὲ τὸν κανόνα αὐτὸ καὶ στὸν τόπο τῶν λαϊκῶν τοποθετεῖται, ὅμως δὲν ἀποδιώκεται ἀπὸ τὴν κοινωνία, δηλαδὴ ἀπὸ τὴ σύσταση καὶ προσευχή μὲ τοὺς πιστούς, σὰν νὰ λέμε, δὲν ἀφορίζεται ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία, ὅπως οἱ κατηχούμενοι (καὶ δὲν μεταλαμβάνει), ἐπειδὴ ὁ κε΄ κανόνας τῶν ἀποστόλων (τὸν ὁποῖο διάβασε) μὲ μόνη τὴν παιδεία τῆς καθαιρέσεως τοὺς ἐπαίδευσε, ὄχι δὲ καὶ μὲ τὴν παιδεία τοῦ ἀφορισμοῦ ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία. Ἕνα μὲν γιατὶ ἀκολούθησε σὲ ἐκεῖνο ρητὸ, ποὺ λέγει: Δὲν θὰ παιδεύσεις κάποιον δύο φορὲς γιὰ ἕνα καὶ τὸ αὐτὸ ἁμάρτημα, καὶ ἄλλο δὲ (αὐτὸ τὸ λέγει ὁ Βασίλειος ἀπὸ μόνος του), γιατὶ οἱ μὲν λαϊκοὶ ὅταν ἁμαρτάνουν, διώκονται μὲν ἀπὸ τὸν τύπο τῆς συστάσεως μὲ τοὺς πιστοὺς στὴν Ἐκκλησία, ὅταν δὲ τελειώσουν τοὺς χρόνους τῆς μετανοίας ποὺ ἔχουν διορισθεῖ, πάλι ἀναλαμβάνουν τὸν ἴδιο τόπο. Ὁ δὲ διάκονος (καὶ ἁπλῶς κάθε ἱερωμένος) ὅταν καθαιρεθῇ μία φορὰ καὶ χάσῃ τὴ διακονία, δὲν τὴν λαμβάνει γιὰ δεύτερη φορὰ (βλέπε τὴν β΄. ὑποσημείωση τοῦ κη΄. ἀποστολικοῦ κανόνα). Καὶ λοιπόν, λέγει, ἐπειδὴ δὲν τοῦ δίνεται ἡ διακονία ἄλλη φορὰ, γιὰ αὐτὸ οἱ παλαιοὶ κανόνες, δηλαδὴ οἱ ἀποστολικοί, στὴν καθαίρεση καὶ μόνη ἔβαλαν τὴν τιμωρία, δηλαδή προστάζουν νὰ καθαιρεῖται καὶ νὰ μὴν ἀφορὀζεται. Καὶ αὐτὸ μὲν εἶναι τὸ ἐπιτίμιο, ποὺ οἱ κανόνες συνηθίζουν νὰ δίνουν στοὺς διακόνους, οἱ ὁποῖοι ἔχουν πορνεύσει, δηλαδὴ μόνη ἡ καθαίρεση. Καθολικὴ ὅμως καὶ τέλεια καὶ ἀκριβὴς ἰατρεία σὲ αὐτοὺς εἶναι, τὸ νὰ κάμουν ἀποχὴ ἀπὸ τὴν ἁμαρτία, καὶ τὸ νὰ ἀπομακρυνθοῦν ἀπὸ τὶς ἡδονές, ἀπὸ τὶς ὁποῖες κατασκλαβώθηκαν καὶ ἔχασαν τὴ χάριη τῆς ἱερωσύνης, μὲ συντριβή, μὲ ἐγκράτεια καὶ κάθε ἄλλη δουλαγωγία καὶ κακοπάθεια. Τὸ ὑπόλοιπο δὲ μέρος τοῦ κανόνα αὐτοῦ, τὸ διαλαμβάνουν γύρω ἀπὸ τὴ συνηθεία καὶ ἀκρίβεια, βλέπε στὴν ὑποσημείωση τοῦ ιβ΄ τῆς α΄. καὶ μάλιστα στὸν ρβ΄. τῆς στ΄. ὑποσημείωση. Διότι αὐτολεξεὶ ἀπὸ ἐκεῖνο ἀναφέρεται καὶ ἀπὸ ἐμᾶς ἑρμηνεύεται.

(συνεχίζεται)

[1] «Διάκονος μετὰ τὴν διακονίαν πορνεύσας, ἀπόβλητος μὲν τῆς διακονίας ἔσται, εἰς δὲ τὸν τῶν λαϊκῶν ἀπωσθεὶς τόπον, τῆς κοινωνίας οὐκ εἱρχήθεται. Διότι ἀρχαῖός ἐστι Κανὼν τοὺς ἀπὸ βαθμοῦ πεπτωκότας, τούτῳ μόνῳ τῷ τρόπῳ τῆς κολάσεως ὑποβάλλεσθαι, ἀκολουθησάντων, ὡς οἶμαι, τῶν ἐξ ἀρχῆς τῷ νόμῳ ἐκείνῳ τῷ, οὐκ ἐκδικήσεις δὶς ἐπὶ τὸ αὐτό. Καὶ δι’ ἑτέραν δὲ αἰτίαν, ὅτι οἱ μὲν ἐν τῷ λαϊκῷ ὄντες τάγματι, ἐκβεβλημένοι τοῦ τόπου τῶν πιστῶν, πάλιν εἰς τὸν ἀφ’ οὗ ἐξέπεσον τόπον ἀναλαμβάνονται, ὁ δὲ Διάκονος ἅπαξ ἔχει διαρκῆ τὴν δίκην τῆς καθαιρέσεως. Ὡς οὖν οὐκ ἀποδιδομένης αὐτῷ τῆς διακονίας, ἐπὶ ταύτης, ἔστησαν μόνης τῆς ἐκδικήσεως. Ταῦτα μὲν οὖν τὰ τῶν τύπων. Καθ’ ὅλου δὲ ἀληθέστερόν ἐστιν ἴαμα ἡ τῆς ἁμαρτίας ἀναχώρησις. Ὥστε ὁ διὰ σαρκὸς ἡδονὴν ἀθετήσας τὴν χάριν, διὰ τοῦ συντριμμοῦ τῆς καρδίας καὶ πάσης δουλαγωγίας τῆς κατ’ ἐγκράτειαν τῶν ἡδονῶν ἀποστάς, ὑφ’ ὧν κατεστράφη, τελείαν ἡμῖν παρέξει τῆς ἰατρεύσεως αὐτοῦ τὴν ἀπόδειξιν. Ἀμφότερα τοίνυν εἰδὲναι ἡμᾶς δεῖ, καὶ τὰ τῆς ἀκριβείας καὶ τὰ τῆς συνηθείας, ἕπεσθαι δέ, ἐπὶ τῶν μὴ καταδεξαμένων τὴν ἀκρότητα τῷ παραδοθέντι τύπῳ».

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου