Κατὰ τοὺς πρώτους αἰῶνες τοῦ Χριστιανισμοῦ καὶ μέχρι τὸν Δ΄ αἰώνα ἔψαλλεν στὴν ᾿Εκκλησία ὅλος ὁ λαός. ᾿Αργότερα ὅμως ὠργανώθηκαν συστηματικοὶ χοροί, καὶ περιωρίστηκε ἡ συμμετοχὴ τοῦ λαοῦ στὰ ἁπλούστερα χάριν τῆς τάξεως καὶ εὐπρέπειας.
᾿Απαγορεύτηκε δηλαδὴ ἀπὸ τοὺς Πατέρες τῆς ᾿Εκκλησίας «τὸ ὑπὸ τοῦ τυχόντος κατάρχεσθαι τῶν θείων ᾀσμάτων».
Ὑπὲρ τῆς κοινῆς ψαλμῳδίας μαρτυρεῖ ἡ γνώμη τῶν Μεγάλων Πατέρων τῆς ᾿Εκκλησίας, Μεγάλου Βασιλείου, ᾿Ιωάννου Χρυσοστόμου, Μεγάλου ᾿Αθανασίου κλπ.
Ὁ Μέγας Βασίλειος, ἐκτιμόντας τὸν προορισμὸ τῆς μουσικῆς στὴ λατρεία, κατάρτισε χοροὺς ἐκκλησιαστικούς, ἐπέτρεψε δὲ νὰ λαμβάνουν μέρος σ᾿ αὐτοὺς καὶ νὰ συμψάλλουν καὶ οἱ γυναῖκες.
Ὁ Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος, ἀναφερόμενος στὴν ψαλμῳδία, λέγει «καὶ νέοι, καὶ γέροντες, πλούσιοι, πένητες, γυναῖκες, ἄνδρες, δοῦλοι, ἐλεύθεροι, μίαν τινὰ ἅπαντες μελῳδίαν ἀνηνέγκαμεν».
Ὁ Ἐφραὶμ ὁ Σῦρος στὴν ῎Εδεσσα τῆς Μεσοποταμίας διέταξε νὰ ψάλλουν ἡδέως στὸν ναὸ κατὰ τὶς Κυριακὲς παρθένοι ὑπὸ τὴν διεύθυνσίν του.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου