Ὁ Μέγας Ἀντώνιος ὑπαγόρευε τὶς ἐπιστολές
του στὴν κοπτικὴ γλῶσσα, καὶ στὴ συνέχεια τὶς μετέφραζαν στὴν ἑλληνική. Ὁ Ἀββᾶς
Ἀμμοὺν (Ἀμμώνιος), ὁ ὁποῖος ἵδρυσε τὶς μοναστικὲς κοινότητες στὴν ἔρημο τῆς
Νιτρίας, βρισκόταν σὲ στενὴ ἐπικοινωνία μὲ τὸν Μέγα Ἀντώνιο. Ὁ Μέγας Ἀθανάσιος ἀναφερόμενος
στὸν Μέγα Ἀντώνιο, λέγει συνοπτικὰ τὰ ἑξῆς: «Καὶ ὅλως ὥσπερ ἰατρὸς ἦν δοθεὶς
παρὰ τοῦ Θεοῦ τῇ Αἰγύπτῳ. Τίς γὰρ λυπούμενος ἀπήντα καὶ οὐχ ὑπέστρεφε χαίρων;
Τίς ἤρχετο θρηνῶν διὰ τοὺς αὑτοῦ τεθνηκότας καὶ οὐκ εὐθέως ἀπετίθετο τὸ πένθος;
Τίς ὀργιζόμενος ἤρχετο καὶ οὐκ εἰς φιλίαν μετεβάλλετο;... Τίς νεώτερος ἐλθὼν εἰς
τὸ ὄρος καὶ θεωρήσας Ἀντώνιον οὐκ εὑθέως ἐξηρνεῖτο τὰς ἡδονὰς καὶ ἠγάπα
σωφροσύνην;».
Στὸ
Γεροντικὸ ἀναφέρεται ὅτι ὁ Μέγας Ἀντώνιος εἶδε κάποτε ἁπλωμένες στὴ γῆ ὅλες τὶς
παγίδες τοῦ διαβόλου καὶ τρόμαξε. «Ποιὸς τάχα μπορεῖ νὰ τὶς ξεφύγῃ;» ἔλεγε
στενάζοντας. Ἄκουσε τότε μυστηριώδη φωνὴ νὰ τοῦ ἀποκρίνεται: «Ὁ ταπεινόφρων».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου