Σάββατο 31 Αυγούστου 2024

ΕΚΚΛΗΣΙΑ ἡ Κιβωτὸς τῆς Σωτηρίας ΣΤ΄.

Ἁγίου Ἰωάννου τῆς Κρονστάνδης

*

Θλίβομαι, θρηνῶ καὶ ὀδύρομαι, ὅταν ἀναλογίζομαι τὴν τρομερὴ πληγὴ τῆς ἁμαρτίας, ποὺ φθείρει τὸ γένος τῶν ἀνθρώπων, ποὺ τὸ καταντᾷ ἐλεεινὸ πέρα ἀπὸ κάθε ὅριο καὶ μέτρο.

Τὰ θέλγητρα τῆς ἁμαρτίας σκλαβώνουν τὸν ἄνθρωπο. Κι ὕστερα ὁ σκλαβωμένος παραμένει δυστυχῶς ἀνίσχυρα ἐγκλωβισμένος μέσα στὴν ἁμαρτία καί, ἀντὶ νὰ κλαίῃ καὶ νὰ πονᾷ γιὰ τὸ φοβερό του κατάντημα, φθάνει συχνὰ στὸ σημεῖο νὰ ὑπερηφανεύεται, γιὰ τὰ «κατορθώματα» τῆς ἁμαρτίας του! Καταντᾷ, δηλαδή, στὸ νὰ κομπάζῃ γιὰ τὰ ἔργα τῆς ἁμαρτίας, νιώθει ψευδαίσθησι ἀνακουφίσεως ὅταν εἶναι βουτηγμένος μέσα στὶς ἁμαρτωλές του πράξεις, λὲς καὶ ὠφελεῖται!

Ταυτόχρονα ὅμως χαίρομαι, εὐφραίνομαι καὶ σκιρτῶ ἀπὸ ἀνέκφραστη χαρὰ ὅταν ἀναλογίζομαι τὴν θεία βοήθεια, ποὺ μᾶς παρέχεται μὲ τὸ ἅγιο θέλημα τοῦ Δημιουργοῦ ὅταν μετανοοῦμεν! Καὶ εἶναι ἡ μετάνοια ἕνα ὕψιστο δῶρο ἀπὸ τὸν μεγάλο Σωτῆρα καὶ Θεό μας, προσφερόμενο σὲ ὁλόκληρο τὸ ἀνθρώπινο γένος! Ἀλλὰ αὐτὸ τὸ δῶρο τὸ λαμβάνει μόνον ὅποιος εἶναι καλοπροαίρετος, τὸ ἀναζητᾷ καὶ τὸ ἀποδέχεται!

Αἰσθάνομαι ἀνέκφραστη χαρὰ μέσα στὴν καρδιά μου γιὰ τὴν ἵδρυσι στὴ γῆ τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Θεοῦ, πού, μὲ τὴν παντοδύναμή Της Χάρη, σώζει τοὺς ἀνθρώπους ἀπὸ τὴν ἁμαρτία, τὸν διάβολο καὶ τὸν θάνατο!

*

Ἀπὸ τὸ τεῦχος 142-149, Μάιος, 2020 τοῦ περιοδικοῦ τῆς Ἱ. Μονῆς Σταυροβουνίου «Ο ΖΩΟΠΟΙΟΣ ΣΤΑΥΡΟΣ». σσ. 1069-1074.

ΚΩΛΥΜΑΤΑ ΙΕΡΩΣΥΝΗΣ, ΜΟΝΑΧΙΚΗ ΕΜΠΕΙΡΙΑ, Α) ΦΙΛΟΚΑΛΙΑ ΤΩΝ ΙΕΡΩΝ ΝΗΠΤΙΚΩΝ[1] Α΄.

(Σκίτσο: Χριστόδουλου Βασιλειάδη)

***

          α΄. Ὁσίου Θεογνώστου

          «20. Ἀφοῦ ἔχεις γίνει θύτης τῆς σάρκας τοῦ Θεοῦ, ἀλλὰ καὶ κοινωνὸς της μέσῳ τῆς μεταλήψεως, ὀφείλεις καὶ νὰ ἑνωθῇς μαζί Του μὲ τὸ ὁμοίωμα τοῦ θανάτου Του[2], ὥστε νὰ μὴ ζῇς πλέον γιὰ τὸν ἑαυτό σου, ἀλλὰ γι’ Αὐτὸν ποὺ σταυρώθηκε καὶ πέθανε γιὰ σένα[3], ὅπως λέγει ὁ Ἀπόστολος. Ἂν ὅμως ζῇς ἐμπαθῶς γιὰ τὴ σάρκα καὶ τὸν κόσμο, τότε νὰ ἑτοιμάζεσαι νὰ περάσῃς μέσῳ τοῦ θανάτου σὲ τιμωρία ἀθάνατη, ἂν δὲ σταματήσῃς θεληματικὰ πρὶν τὸ θάνατό σου νὰ ἱερουργῇς τὴν ἀναίμακτη θυσία. Ἀλλὰ καὶ πολλοὺς ποὺ ἐδῶ ἱερουργοῦσαν ἀνάξια, τοὺς ἅρπαξε ὁ αἰφνίδιος θάνατος καὶ τοὺς παρέδωσε στὶς ἐκεῖ δίκαιες τιμωρίες.

          21. Κάποιος ἱερομόναχος εἶχε φήμη εὐλαβοῦς καὶ πολλοὶ τὸν θεωροῦσαν σεβαστὸ λόγῳ τοῦ ἐξωτερικοῦ του σχήματος, μέσα του ὅμως κρυφὰ μολυνόταν ἀπὸ λογισμοὺς λαγνείας. Κάποτε ποὺ ἐπιτελοῦσε τὴ θεία καὶ ἱερὴ λατρεία, ὅταν ἔφτασε ἡ ὥρα τοῦ χερουβικοῦ ὕμνου  καὶ αὐτὸς ἔσκυψε ὡς συνήθως διαβάζοντας τὴν εὐχὴ “οὐδεὶς ἄξιος...” πέθανε ξαφνικὰ καὶ ἡ ψυχή του τὸν ἄφησε σ’ αὐτὴ τὴ στάση.


[1] Φιλοκαλία τῶν ἱερῶν Νηπτικῶν, τ. 2, μτφρ. Ἀντ. Γ. Γαλίτης, εἰσαγωγικὰ σχόλια Θεόκλητος μοναχὸς Διονυσιάτης, φιλολογικὴ ἐπιμέλεια Ἰγνάτιος Σακαλῆς, ἐκδ. Τὸ περιβόλι τῆς Παναγίας, Θεσσαλονίκη σσ. 330-339.

[2] Βλ. Ρωμ. στ΄ 5.

[3] Βλ. Β΄ Κορ. ε΄ 15.

(συνεχίζεται)

Παρασκευή 30 Αυγούστου 2024

ΕΚΚΛΗΣΙΑ ἡ Κιβωτὸς τῆς Σωτηρίας Ε΄.

Ἁγίου Ἰωάννου τῆς Κρονστάνδης

*

Κύριέ μου καὶ Θεέ μου, ἐπανάγαγε τοὺς ποικίλους πεπλανημένους, τόσον τοὺς αἱρετικοὺς ὅσον καὶ τοὺς ἀλλοθρήσκους καὶ ἀπίστους, μὲ τοὺς τρόπους, ποὺ Ἐσὺ γνωρίζεις. Φέρε κοντά Σου τοὺς ἀλλοπίστους, τοὺς εἰδωλολάτρες, ὅλους τοὺς αἱρετικοὺς καὶ σχισματικούς. Ξερίζωσε τὶς πλάνες καὶ κακίες τους καὶ φώτισέ τους νὰ ἔλθουν εἰς τὴν Ἀλήθειάν Σου.

*

Πανίσχυρη, παντοδύναμη εἶναι ἡ μεσιτεία τῆς Ἁγίας μας Ἐκκλησίας ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ. Ἡ Ἐκκλησία εἶναι στολισμένη μὲ ὅλες τὶς χάρες τοῦ Παναγίου Πνεύματος! Εἶναι περιβεβλημένη μὲ δύναμι, μὲ ἀλήθεια, μὲ τὴν μεγαλειώδη παρουσία τοῦ Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ, τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ, ποὺ ἀποτελεῖ τὴν πανάγαθη καὶ παντοδύναμη Κεφαλὴ τῆς Ἐκκλησίας. Ὅλα εἶναι δυνατά, ὅλα τὰ κατορθώνει μὲ τὴν μεσιτεία Της ἡ Μία Ἐκκλησία. Καμμιὰ ἑτερόδοξη, αἱρετική, λεγόμενη «ἐκκλησία» δὲν ἔχει τέτοια μεσολαβητικὴ δύναμι, γιατὶ δὲν ἔχει γιὰ κεφαλή της τὸν Ἀληθινὸν Χριστὸν καὶ κατὰ ἀναπόφευκτη συνέπεια σφάλλει τελεσιδίκως στὴν ὅποια πίστι της.

Μόνο μέσα στὴν Μίαν Ἐκκλησία, τὴν Ἀληθινὴν Ἐκκλησία, ὑπάρχει ἡ ἀναγεννητικὴ αὐτὴ δύναμι. Ἔξω ἀπὸ τὴν Μίαν Ἐκκλησία δὲν ὑπάρχει τέτοια δύναμι καὶ δὲν θὰ μποροῦσε νὰ ὑπάρχῃ.

*

Ἀπὸ τὸ τεῦχος 142-149, Μάιος, 2020 τοῦ περιοδικοῦ τῆς Ἱ. Μονῆς Σταυροβουνίου «Ο ΖΩΟΠΟΙΟΣ ΣΤΑΥΡΟΣ». σσ. 1069-1074.

ΚΩΛΥΜΑΤΑ ΙΕΡΩΣΥΝΗΣ, ΑΠΟΡΡΕΟΝΤΑ ΚΑΙ ΑΠΟ ΑΜΑΡΤΗΜΑΤΑ ΤΗΣ ΣΥΖΥΓΟΥ ΤΟΥ ΥΠΟΨΗΦΙΟΥ Β΄.

(Σκίτσο: Χριστόδουλου Βασιλειάδη)

***

«Εἰδικὰ Κωλύματα»:… Τὰ μόνα κωλύματα γιὰ τὴν εἴσοδο στὸν ἱερὸ κλῆρο, τὰ ὁποῖα ἀναφέρονται σαφῶς στοὺς ἀποστολικοὺς κανόνας εἶναι ἡ διγαμία», καὶ ὁ γάμος μὲ δύο ἀδελφὲς ἢ μὲ μία ἀνεψιὰ ἢ μὲ μίαν, ἡ ὁποία δὲν ἦταν παρθένος...»[1].

***

«Κατὰ τὸν ἕκτο αἰῶνα μ.Χ. οἱ κανονισμοὶ γιὰ τὴν εἴσοδο στὸν ἱερὸ κλῆρο διευθετήθησαν ἀπὸ τὴ νομοθεσία τῆς πολιτείας. Ὁ αὐτοκράτορας Ἰουστινιανὸς Α΄ (527-565 μ.Χ.) θεσπίζει ὡς ἀκολούθως: ‘Δὲν ἐπιτρέπεται νὰ χειροτονοῦνται κληρικοί, παρὰ μόνο ἐὰν... ἔχουν ὀρθὴ πίστη καὶ ἔχουν βίο σεμνὸ καὶ οὔτε νὰ ἔχουν πατρευτῇ γυναῖκα, ποὺ συμβιοῦσε μὲ ἄνδρα χωρὶς γάμο...’[2].

***

«Ἀκολασίες τῶν συζύγων τῶν ἱερέων: Σὲ μερικὲς περιπτώσεις ἡ ἁγνότητα τῆς ἱερατικῆς τάξεως διαφυλασσόταν περισσότερο μὲ τὴν τιμωρία τῶν ἱερωμένων γιὰ τὴν ἀκολασία τῶν συζύγων τους. Ἡ σύνοδος στὴν Ἐλβίρα 31μ.Χ. (κανόνας 56ος) θέσπισε ὅτι ἕνας κληρικὸς ὀφείλει νὰ ἀποπέμψῃ τὴ σύζυγό του ἐὰν αὐτὴ ἔπεσε στὸ ἁμάρτημα τῆς μοιχείας ἢ ἐὰν ἐπιθυμῇ ὅπως συζῇ μετ’ αὐτῆς, ὀφείλει ὅπως ζητήσῃ γιὰ αὐτὸν τὴν καθαίρεσή του ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία. Ἡ Α΄ σύνοδος στὸ Toledo 398μ.Χ. (κανόνας 7ος) προτρέπει τοὺς κληρικοὺς καὶ τοὺς ἐξουσιοδοτεῖ, ὅπως σὲ περίπτωση κατὰ τὴν ὁποία οἱ σύζυγοί τους ἔπεφταν στὸ ἁμάρτημα τῆς μοιχείας, τὶς ἐγκλείσουν σὲ φυλακὲς καὶ τὶς ὑποβάλλουν σὲ μετάνοια μὲ τὴν ἐξάσκηση τῆς σωματικῆς νηστείας. Καὶ ἡ σύνοδος στὴ Νεοκαισάρεια 315μ.Χ. (κανόνας 8ος) ἐθέσπισε ὅπως στὴν ἰδία περίπτωση ὁ κληρικὸς ἀποπέμψῃ τὴ μοιχαλίδα σύζυγό του ἀπὸ κοντά του ἢ ὅπως αὐτὸς καθ’ ἑαυτὸν παύσῃ νὰ ἐξασκῇ τὰ ἱερατικά του λειτουργήματα, ἐὰν ἐπιθυμῇ ὅπως συζήσῃ μαζί της, ὅταν πλέον καθαιρεθῇ ἀπὸ τὴν ἱερωσύνη... Τὸ ἴδιο ἀναφέρεται ὁμοίως καὶ στοὺς κανόνες τοῦ Φωτίου σὲ σχέση μὲ τοὺς ἱερεῖς καὶ διακόνους, τῶν ὁποίων οἱ σύζυγοι εἶχαν κακοποιηθῇ ἀπὸ τοὺς βάρβαρους στοὺς διαφόρους πολέμους καὶ τὶς βαρβαρικὲς εἰσβολές»[3].


[1] Ἰακώβου (Γεωργίου) Πηλίλη (ἐπισκόπου Κατάνης), Ἡ χριστιανικὴ ἱερωσύνη, Ὀργανισμὸς ἐκδόσεων Καμπανᾶ, 1988, σ. 716.

[2] «Κληρικοὺς οὐκ ἄλλως χειροτονεῖσθαι συγχωροῦμεν εἰ μὴ... καὶ ὀρθὴν πίστιν καὶ βίον ἔσχον καὶ οὐδὲ παλλακὴν... ἔσχον...». Ἰακώβου (Γεωργίου) Πηλίλη (ἐπισκόπου Κατάνης), Ἡ χριστιανικὴ ἱερωσύνη, Ὀργανισμὸς ἐκδόσεων Καμπανᾶ, 1988, σ. 717.

[3] Ἰακώβου (Γεωργίου) Πηλίλη (ἐπισκόπου Κατάνης), Ἡ χριστιανικὴ ἱερωσύνη, Ὀργανισμὸς ἐκδόσεων Καμπανᾶ, 1988, σ. 833.

Πέμπτη 29 Αυγούστου 2024

ΕΚΚΛΗΣΙΑ ἡ Κιβωτὸς τῆς Σωτηρίας Δ΄.

Ἁγίου Ἰωάννου τῆς Κρονστάνδης

*

    Κύριέ μου, σὲ ἱκετεύω φώτισε νὰ ἐννοήσουν ὅλοι αὐτοί, ποὺ πιστεύουν σὲ αἱρετικὲς δοξασίες, οἱ ὁποῖες ἀλλοτριώνουν καὶ παραποιοῦν τὴν γνησιότητα τῆς ἀνθρωπίνης ὑπάρξεως καὶ παραπαίουν σὲ θανάσιμους παραλογισμούς, ποὺ ὅταν δὲν μετανοοῦν, καταντοῦν στὸ νὰ παρελαύνουν καὶ νὰ περιφέρουν τὴν ποικίλη πλάνη τους μὲ ἑωσφορικὴ ὑπερηφάνεια, σὰν κίβδηλο περιδέραιο.

*

    Ὁ πιὸ βλαβερὸς κι ἐπιζήμιος «θεσμὸς» γιὰ τὴν Ἐκκλησία (δηλαδὴ τὴν ἀποκεκαλυμμένη ὑπὸ τοῦ Θεοῦ καὶ Οὐράνια Πίστι), εἶναι τὸ νά ἀνέχεται γιὰ ἀρχηγό της ἕναν ἄνθρωπο, ὅπως εἶναι γιὰ παράδειγμα ὁ Πάπας μὲ τὸ ὑποτιθέμενο «ἀλάθητό» του. Σ᾽ αὐτὸ ἀκριβῶς τὸ δόγμα τοῦ «ἀλαθήτου τοῦ Πάπα» ἐμπεριέχεται ἀναμφίβολα ἡ κορυφαία ἑωσφορικὴ πλάνη. Ὁ Πάπας εἶναι ἄνθρωπος, ἁμαρτωλὸς κι αὐτός. Ἑπομένως δὲν ὑπάρχει μεγαλύτερη συμφορὰ γι᾽ αὐτόν (καὶ κατ᾽ ἐπέκτασι γιὰ τοὺς ὀπαδούς του), ἀπὸ τὸ νὰ φαντάζεται τὸν ἑαυτό του «ἀλάθητο».

    Πόσα μεγάλα σφάλματα, πόσες πλάνες ὀλέθριες γιὰ τὶς ψυχὲς τῶν ἀνθρώπων δὲν ἔχει ἐπινοήσει ἡ λεγομένη ἀλλοτριωμένως «καθολικὴ ἐκκλησία» στὰ δόγματα, στὰ τυπικά, στοὺς κανόνες, στὴν ἐκκλησιαστικὴ τάξι καὶ ζωή, στὴ θεία Λειτουργία, στὶς σχέσεις της μὲ τὴν Μίαν καὶ Μόνην Ἐκκλησία, δηλαδὴ τὴν Ὀρθοδοξία! Πόσες βλασφημίες καὶ συκοφαντίες δὲν ἔχει ἐκτοξεύσει ὁ παπισμὸς ἐναντίον τῶν ὀρθοδόξων χριστιανῶν! Καὶ γιὰ ὅλ᾽ αὐτὰ ἔχει τὴν πρώτιστη εὐθύνη ὁ αὐτοανακηρυγμένος σὰν «ἀλάθητος Πάπας» μὲ τοὺς πολυώνυμους καὶ ποικιλώνυμους Ἰησουίτες του καὶ τὶς διδαχές τους, μὲ τὸ πνεῦμα τῆς πλάνης, ποὺ τοὺς διακατέχει, μὲ τὴ διψυχία τους καὶ τὰ κάθε εἴδους πονηρὰ μέσα, ποὺ μετέρχονται καὶ χρησιμοποιοῦν γιὰ νὰ προβληθοῦν καὶ νὰ ἐπιβληθοῦν. Κι ὅλ᾽ αὐτά, τάχα ad maiorem Dei gloriam, δηλαδὴ γιὰ τὴνὑποτιθέμενηδόξα τοῦ Θεοῦ!

*

Ἀπὸ τὸ τεῦχος 142-149, Μάιος, 2020 τοῦ περιοδικοῦ τῆς Ἱ. Μονῆς Σταυροβουνίου «Ο ΖΩΟΠΟΙΟΣ ΣΤΑΥΡΟΣ». σσ. 1069-1074.

Τετάρτη 28 Αυγούστου 2024

ΕΚΚΛΗΣΙΑ ἡ Κιβωτὸς τῆς Σωτηρίας Γ΄.

Ἁγίου Ἰωάννου τῆς Κρονστάνδης

*

Εἶπεν ὁ Κύριος· «μεθ᾽ ὑμῶν εἰμι πάσας τὰς ἡμέρας, ἕως τῆς συντελείας τοῦ αἰῶνος» (Ματθ. κη´, 20). Ἑπομένως ὁ ἴδιος ὁ Θεάνθρωπος Χριστὸς εὑρίσκεται πάντοτε μέσα στὴν Ἐκκλησία Του. Γιατί λοιπὸν θὰ πρέπει νὰ μᾶς χρειάζεται ἕνας βικάριος (=ἀντιπρόσωπος ἢ ἐκπρόσωπος), δηλαδὴ ἕναν ψευδεπίγραφο, ὅπως ψευδεπίγραφον ἀληθείας εἶναι ὁ ἐκπεσὼν Πάπας; Εἶναι ποτὲ δυνατὸν ἕνας οἱοσδήποτε ἁμαρτωλὸς ἄνθρωπος (π.χ. ὁ Πάπας) νὰ ὑποκλέψῃ τὴν θέσι τοῦ Θεάνθρωπου Χριστοῦ; Ὄχι, βέβαια! Δύνανται καὶ νὰ ὑπάρχουν (κι αὐτὸ συμβαίνει), ἀντιπρόσωποι π.χ. τοῦ αὐτοκράτορα, τοῦ Πατριάρχη κ.ἄ. Κανένας ὅμως, ποτέ, καὶ μὲ κανέναν τρόπον, δὲν μπορεῖ νὰ ὑποκλέψῃ τὴν θέσι τοῦ Χριστοῦ! Κανένας ἀπολύτως δὲν μπορεῖ νὰ Τὸν ὑποκαταστήσῃ!

Ὁ Θεάνθρωπος Χριστὸς εἶναι ἡ ἀόρατη Κεφαλὴ τῆς Ἐκκλησίας. Οἱ λεγόμενοι «καθολικοὶ» (ὀπαδοὶ τοῦ Πάπα) καθὼς καὶ ὅλη ἡ πανσπερμία τῶν αἱρετικῶν, εὑρίσκονται πραγματικὰ ἔξω ἀπὸ τὴν ὀρθὴ Πίστι.

*

Ἀπὸ τὸ τεῦχος 142-149, Μάιος, 2020 τοῦ περιοδικοῦ τῆς Ἱ. Μονῆς Σταυροβουνίου «Ο ΖΩΟΠΟΙΟΣ ΣΤΑΥΡΟΣ». σσ. 1069-1074.

ΚΩΛΥΜΑΤΑ ΙΕΡΩΣΥΝΗΣ, ΑΠΟΡΡΕΟΝΤΑ ΚΑΙ ΑΠΟ ΑΜΑΡΤΗΜΑΤΑ ΤΗΣ ΣΥΖΥΓΟΥ ΤΟΥ ΥΠΟΨΗΦΙΟΥ Α΄.

(Σκίτσο: Χριστόδουλου Βασιλειάδη)

Κανὼν 18 τῶν ἁγίων Ἀποστόλων

Αὐτὸς ποὺ παντρεύτηκε χήρα ἢ γυναίκα διωγμένη ἀπὸ τὸν ἄντρα της ἢ πόρνη ἢ δούλη ἢ ἠθοποιὸ δὲν μπορεῖ νὰ εἶναι ἐπίσκοπος ἢ πρεσβύτερος ἠ διάκονος ἢ γενικὰ νὰ συγκαταλέγεται στὸν ἱερατικὸ κατάλογο[1].

Ἑρμηνεία

Ἂν ἴσως στοὺς ἱερεῖς τῶν Ἰουδαίων ἦταν ἐμποδισμένον, τὸ νὰ παίρνουν γυναῖκες, πόρνη, ἢ διωγμένη ἀπὸ τὸν ἄντρα της, ἢ νὰ ἔχῃ ὄνομα κατηγορημένο: ‘γυναῖκα γάρ φησι πόρνην, καὶ βεβηλωμένην οὐ λήψονται, καὶ γυναῖκα ἐκβεβλημένην ἀπὸ τοῦ ἀνδρὸς αὐτῆς. Ὅτι ἅγιός ἐστι Κυρίῳ τῷ Θεῷ αὐτοῦ. Πόσῳ μᾶλλον εἶναι ἐμποδισμένον τοῦτο εἰς τοὺς ἱερεῖς τοῦ Εὐαγγελίου; Ἰδοὺ γάρ φησιν μεῖζον τοῦ ἱεροῦ ᾧδε’. Γιὰ αὐτὸ καὶ ὁ ἀποστολικὸς κανόνας διορίζει ὅτι ὅποιος πάρῃ γυναῖκα χήρα, ἢ διωγμένη ἀπὸ τὸν ἄντρα της ἢ πόρνη ἢ δούλη ἢ μία ἀπὸ τὶς γυναῖκες ἐκείνες, ποὺ βρίσκονται στὶς κωμῳδίες καὶ σκηνές, καὶ ὑποκρίνονται διάφορα πρόσωπα, δὲν μπορεῖ νὰ γίνῃ ἐπίσκοπος, ἢ πρεσβύτερος ἢ διάκονος ἢ νὰ συγκαταριθμηθῇ σὲ ἱερατικὸ τάγμα. Ἐπειδὴ ὅλες αὐτὲς οἱ γυναῖκες εἶναι διαβεβλημένες, καὶ κατηγορημένες.

Οἱ δὲ ἱερωμένοι ἀπὸ παντοῦ πρέπει νὰ εἶναι ἀκατηγόρητοι, καὶ ἀνεπίληπτοι, καθὼς λέγει ὁ μακάριος Παῦλος. Ὁ δὲ γ΄ τῆς στ΄ λέγει ὅτι οἱ πρεσβύτεροι, διάκονοι, ἢ ὑποδιάκονοι, ποὺ ἔλαβαν χήρα, ἢ μετὰ τὴ χειροτονία ἔπεσαν σὲ γάμο παράνομο, αὐτοὶ ἀφοῦ χωρίσουν ἀπὸ τὶς γυναῖκές τους, νὰ ἀργοῦν ἀπὸ τὴν ἱερωσύνη σὲ λίγο διάστημα καιροῦ, καὶ νὰ ἐπιτιμοῦνται. Ὕστερα νὰ ἐπαναλαμβάνουν τοὺς οἰκείους βαθμοὺς τῆς ἱερωσύνης, σὲ μεγαλύτερο ὅμως βαθμὸ νὰ μὴ προκόπτουν, ἀγκαλὰ καὶ ἡ στ΄ συγκαταβατικὰ οἰκονόμησε τότε αὐτούς, ἀπὸ τότε ὅμως καὶ ὕστερα, ὥρισεν ἡ ἴδια σύνοδος νὰ κρατῇ πάλιν ὁ ἀποστολικὸς κανόνας.

***


[1] «Ὁ χήραν λαβών, ἢ ἐκβεβλημένην, ἢ ἑταίραν, ἢ οἰκέτιν, ἢ τῶν ἐπὶ σκηνῆς, οὐ δυναται εἶναι Ἐπίσκοπος, ἢ Πρεσβύτερος, ἢ Διάκονος, ἢ ὅλως τοῦ καταλόγου τοῦ ἱερατικοῦ».

(συνεχίζεται)

Τρίτη 27 Αυγούστου 2024

ΕΚΚΛΗΣΙΑ ἡ Κιβωτὸς τῆς Σωτηρίας Β΄.

Ἁγίου Ἰωάννου τῆς Κρονστάνδης[1]

*

Ἡ Δημιουργία εἶναι μία, ὁ Θεός, ποὺ δημιούργησε τὸν κόσμο εἶναι ἕνας, ἡ Πίστι εἶναι μία, ἡ Ἐκκλησία τοῦ Θεοῦ εἶναι μία. Κεφαλὴ τῆς Ἐκκλησίας εἶναι ὁ Χριστός, ὁ Θεός μας. Καθοδηγητής Της εἶναι τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιον, ὁ χορηγὸς τῆς αἰώνιας ζωῆς, ποὺ ζωογονεῖ ὁλόκληρο τὸ σῶμα τῆς Ἐκκλησίας, ἀλλὰ καὶ τὴν Οἰκουμένην ἅπασαν.

*

Ἡ Ἐκκλησία εἶναι μία. Ἡ κεφαλὴ τῆς Ἐκκλησίας εἶναι μία. Τὸ ποίμνιο εἶναι ἕνα. Τὸ σῶμα εἶναι ἕνα, ἀλλὰ ἔχει πολλὰ μέλη. Χωρὶς τὴν Κεφαλήν, τὸν Θεάνθρωπον Χριστόν, ἡ Ἐκκλησία δὲν εἶναι παρὰ μιὰ συνηθισμένη σύναξι ἀνθρώπων. Τέτοιες συνάξεις ἔχουν π.χ. οἱ αἱρετικοί, ὅπως οἱ ποικίλοι ῾῾προτεστάντες᾽᾽, οἱ παπικοί, οἱ ἀποσχισθέντες “παλαιόπιστοι”, (ὅπως οἱ ποικιλώνυμοι ἀποσχισθέντες καὶ ἀπομακρυνθέντες ἀπὸ τὴν Μίαν Ἐκκλησία, π.χ. οἱ ἐκτὸς τῆς Μίας Ἐκκλησίας εὑρισκόμενοι καλούμενοι ῾παλαιοημερολογίτες), οἱ πασκοβίτες (προτεσταντικὴ παραφυάδα στὴ Ῥωσία) κι οἱ ἀκόλουθοι τοῦ “φιλοσοφοῦντος Τολστόι (καὶ τῶν παρομοίων λεγομένων ῾῾φιλοσόφων᾽᾽, ποὺ δυστυχῶς προβάλλουν “φιλοσοφίες” καὶ οὐσιαστικῶς ἀμφισβητοῦν τὸν μόνον ἀληθινὸν Σωτῆρα τοῦ Κόσμου, τὸν Θεάνθρωπον Χριστόν).

*

Ἀπὸ τὸ τεῦχος 142-149, Μάιος, 2020 τοῦ περιοδικοῦ τῆς Ἱ. Μονῆς Σταυροβουνίου «Ο ΖΩΟΠΟΙΟΣ ΣΤΑΥΡΟΣ». σσ. 1069-1074.

ΚΩΛΥΜΑΤΑ ΙΕΡΩΣΥΝΗΣ, 5. Κανόνες Μεγάλου Βασιλείου Β΄.

(Σκίτσο: Χριστόδουλου Βασιλειάδη)

Ἑρμηνεία

Ἂν ἴσως κάποιος διάκονος, μετὰ τὴ χειροτονία πορνεύσῃ, καθαιρεῖται μὲν ἀπὸ τὴ διακονία, σύμφωνα μὲ τὸν κανόνα αὐτὸ καὶ στὸν τόπο τῶν λαϊκῶν τοποθετεῖται, ὅμως δὲν ἀποδιώκεται ἀπὸ τὴν κοινωνία, δηλαδὴ ἀπὸ τὴ σύσταση καὶ προσευχή μὲ τοὺς πιστούς, σὰν νὰ λέμε, δὲν ἀφορίζεται ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία, ὅπως οἱ κατηχούμενοι (καὶ δὲν μεταλαμβάνει), ἐπειδὴ ὁ κε΄ κανόνας τῶν ἀποστόλων (τὸν ὁποῖο διάβασε) μὲ μόνη τὴν παιδεία τῆς καθαιρέσεως τοὺς ἐπαίδευσε, ὄχι δὲ καὶ μὲ τὴν παιδεία τοῦ ἀφορισμοῦ ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία. Ἕνα μὲν γιατὶ ἀκολούθησε σὲ ἐκεῖνο ρητὸ, ποὺ λέγει: Δὲν θὰ παιδεύσεις κάποιον δύο φορὲς γιὰ ἕνα καὶ τὸ αὐτὸ ἁμάρτημα, καὶ ἄλλο δὲ (αὐτὸ τὸ λέγει ὁ Βασίλειος ἀπὸ μόνος του), γιατὶ οἱ μὲν λαϊκοὶ ὅταν ἁμαρτάνουν, διώκονται μὲν ἀπὸ τὸν τύπο τῆς συστάσεως μὲ τοὺς πιστοὺς στὴν Ἐκκλησία, ὅταν δὲ τελειώσουν τοὺς χρόνους τῆς μετανοίας ποὺ ἔχουν διορισθεῖ, πάλι ἀναλαμβάνουν τὸν ἴδιο τόπο. Ὁ δὲ διάκονος (καὶ ἁπλῶς κάθε ἱερωμένος) ὅταν καθαιρεθῇ μία φορὰ καὶ χάσῃ τὴ διακονία, δὲν τὴν λαμβάνει γιὰ δεύτερη φορὰ (βλέπε τὴν β΄. ὑποσημείωση τοῦ κη΄. ἀποστολικοῦ κανόνα). Καὶ λοιπόν, λέγει, ἐπειδὴ δὲν τοῦ δίνεται ἡ διακονία ἄλλη φορὰ, γιὰ αὐτὸ οἱ παλαιοὶ κανόνες, δηλαδὴ οἱ ἀποστολικοί, στὴν καθαίρεση καὶ μόνη ἔβαλαν τὴν τιμωρία, δηλαδή προστάζουν νὰ καθαιρεῖται καὶ νὰ μὴν ἀφορὀζεται.

Καὶ αὐτὸ μὲν εἶναι τὸ ἐπιτίμιο, ποὺ οἱ κανόνες συνηθίζουν νὰ δίνουν στοὺς διακόνους, οἱ ὁποῖοι ἔχουν πορνεύσει, δηλαδὴ μόνη ἡ καθαίρεση. Καθολικὴ ὅμως καὶ τέλεια καὶ ἀκριβὴς ἰατρεία σὲ αὐτοὺς εἶναι, τὸ νὰ κάμουν ἀποχὴ ἀπὸ τὴν ἁμαρτία, καὶ τὸ νὰ ἀπομακρυνθοῦν ἀπὸ τὶς ἡδονές, ἀπὸ τὶς ὁποῖες κατασκλαβώθηκαν καὶ ἔχασαν τὴ χάριη τῆς ἱερωσύνης, μὲ συντριβή, μὲ ἐγκράτεια καὶ κάθε ἄλλη δουλαγωγία καὶ κακοπάθεια. Τὸ ὑπόλοιπο δὲ μέρος τοῦ κανόνα αὐτοῦ, τὸ διαλαμβάνουν γύρω ἀπὸ τὴ συνηθεία καὶ ἀκρίβεια, βλέπε στὴν ὑποσημείωση τοῦ ιβ΄ τῆς α΄. καὶ μάλιστα στὸν ρβ΄. τῆς στ΄. ὑποσημείωση. Διότι αὐτολεξεὶ ἀπὸ ἐκεῖνο ἀναφέρεται καὶ ἀπὸ ἐμᾶς ἑρμηνεύεται.

Δευτέρα 26 Αυγούστου 2024

ΕΚΚΛΗΣΙΑ ἡ Κιβωτὸς τῆς Σωτηρίας Α΄.

Ἁγίου Ἰωάννου τῆς Κρονστάνδης[1]

H

Ἁγία μας Ἐκκλησία, ἡ Ὀρθοδοξία, εἶναι τὸ ὑπέρτατο, τὸ ἁγιό­τε­ρο, τὸ ἀγαθότερο, τὸ σοφότερο καὶ τὸ ἀναγκαιότερο καθίδρυμα τοῦ Θεοῦ ἐπάνω στὴν γῆ. Ἐκκλησία εἶναι ἡ σκηνὴ ἡ ἀληθινή, «ἣν ἔπηξεν ὁ Κύριος, καὶ οὐκ ἄνθρωπος» (Ἑβρ. η´, 2).

Κανένας ἄνθρωπος, ὅσον ἔξυπνος, ὅσον ταλαντοῦχος, ὅσον μορφωμένος, ὅσον φιλόσοφος κι ἂν εἶναι δὲν εἶναι ποτὲ δυνατὸ «νὰ θεμελιώσῃ» Ἐκκλησία.

Ἡ Ἐκκλησία εἶναι σύναξι καὶ ἕνωσι ἀνθρώπων, τέκνων τοῦ Θεοῦ, ποὺ τοὺς ἑνώνει ἡ κοινὴ πίστι, τὸ δόγμα, ἡ ἱεραρχία καὶ τὰ ἅγια μυστήρια.

Ἡ Ἐκκλησία εἶναι ὁ πνευματικὸς στρατὸς τοῦ Χριστοῦ, ἐφοδιασμένος μὲ ὅπλα πνευματικὰ γιὰ νὰ τὰ χρησιμοποιήσῃ ἐναντίον τῶν ἀναρίθμητων ὁπλισμένων ὀρδῶν τοῦ διαβόλου· «ὅτι οὐκ ἔστιν ἡμῖν ἡ πάλη πρὸς αἷμα καὶ σάρκα, ἀλλὰ πρὸς τὰς ἀρχάς, πρὸς τὰς ἐξουσίας, πρὸς τοὺς κοσμοκράτορας τοῦ σκότους τοῦ αἰῶνος τούτου, πρὸς τὰ πνευματικὰ τῆς πονηρίας ἐν τοῖς ἐπουρανίοις» (Ἐφεσ. στ´, 12).

Ἡ Ἐκκλησία εἶναι πνευματικὸ ἰατρεῖο. Μέσα στὴν Ἐκκλησία οἱ ἄνθρωποι, ποὺ ὑποφέρουν στὴν ζωή τους ἀπὸ τὶς πολλὲς καὶ ποικίλες πληγὲς τῆς ἁμαρτίας μποροῦν νὰ θεραπεύωνται μὲ τὰ θεοχαρίτωτα φάρμακα, ποὺ τὰ παρέχει δωρεὰν ὁ Θεός.

Ἡ Ἐκκλησία παρέχει τὰ φάρμακα αὐτά, ποὺ εἶναι ἡ μετάνοια, ἡ θεία Λειτουργία, ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ, ἡ διδασκαλία, ἡ καθοδήγησι καὶ ἡ παρηγορὶα μέσῳ τῶν πνευματικῶν Της ποιμένων.

Ἡ Ἐκκλησία εἶναι ὁ πνευματικὸς καὶ κοινὸς νιπτήρας, ποὺ μᾶς καθαρίζει, μᾶς ἐξαγνίζει, μᾶς ἀναγεννᾷ καὶ μᾶς καθαγιάζει. Εἶναι ὁ Ναὸς τοῦ Θεοῦ, ὅπου ὅλοι οἱ πιστοὶ ἁγιάζονται ἀπὸ τὸ Ἅγιον Πνεῦμα, μὲ τὸ βάπτισμα, τὸ χρῖσμα, τὰ ἄλλα μυστήρια καὶ κυρίως μὲ τὴν θεία Λειτουργία.

Ἡ Ἐκκλησία εἶναι ὁ Πνευματικὸς Ἥλιος τοῦ κόσμου, ποὺ φωτίζει, ἁγιάζει καὶ παρέχει τὴν ἀληθινὴ ζωὴ σὲ ὅσους ζοῦν «ἐν χώρᾳ καὶ σκιᾷ θανάτου» (Ματθ. δ´, 16), δηλαδὴ σ᾽ ὅλους αὐτούς, ποὺ τοὺς ἔχει νεκρώσει ἡ ἁμαρτία καὶ ἐπιζητοῦν τὴν θεραπεία καὶ τὴν σωτηρία.

*

Ἀπὸ τὸ τεῦχος 142-149, Μάιος, 2020 τοῦ περιοδικοῦ τῆς Ἱ. Μονῆς Σταυροβουνίου «Ο ΖΩΟΠΟΙΟΣ ΣΤΑΥΡΟΣ». σσ. 1069-1074.


[1]  γία μνήμη το σίου Πατρς μν ωάννου τς Κρονστάνδης ορτάζεται τν 20ην Δεκεμβρίου.

ΚΩΛΥΜΑΤΑ ΙΕΡΩΣΥΝΗΣ, 5. Κανόνες Μεγάλου Βασιλείου Α΄.

(Σκίτσο: Χριστόδουλου Βασιλειάδη)

Οἱ Κανόνες τοῦ Μεγάλου Βασιλείου ἐπικυρώθηκαν ἀορίστως μὲν ἀπὸ τὸν α΄ τῆς δ΄ καὶ τὸν α΄ τῆς ζ΄ Οἰκουμενικῆς Συνόδου, ὡρισμένως δὲ ἀπὸ τὸν β΄ τῆς Οἰκουμενικῆς στ΄ ( ὁποία καὶ δανειζομένη πολλοὺς Κανόνες τοῦ Μεγάλου Βασιλείου, τοὺς κάνει δικούς της) καὶ ἔτσι διὰ τῆς ἐπικυρώσεως αὐτῆς λαμβάνουν Οἰκουμενικὴν τρόπον τινὰ δύναμιν.

Κανὼν Γ΄

          Ὁ διάκονος ποὺ ἔγινε πόρνος μετὰ τὴ χειροτονία του, νὰ ἀπομακρύνεται ἀπὸ τὴ διακονία· κι ἀφοῦ ἀποσυρθεῖ στὴν τάξη τῶν λαϊκῶν, δὲ θὰ ἐμποδιστεῖ ἀπὸ τὴν «κοινωνία», γιατὶ ὑπάρχει κάποιος παλιὸς κανόνας ὅσοι ὑποβιβάζονται ἀπὸ τὸ βαθμό τους, νὰ ὑποβάλλονται μόνο σ᾽ αὐτὸ τὸ εἶδος τῆς τιμωρίας· οἱ παλιοὶ πον παραππ﷽﷽α ὺ θέσπισαν τὸν παραπάνω κανόνα ἀκολούθησαν, ὅπως νομίζω, ἐκεῖνο τὸ νόμο ποὺ λέει: «δὲ θὰ τιμωρήσεις δυὸ φορὲς γιὰ τὸ ἴδιο σφάλμα», ἀλλὰ καὶ γιὰ ἄλλο λόγο, ἐπειδὴ δηλαδὴ αὐτοὶ ποὺ ἀνήκουν στὴν τάξη τῶν λαϊκῶν, ἀφοῦ ἀποβληθοῦν ἀπὸ τὴ θέση τῶν πιστῶν, γίνονται πάλι δεκτοὶ στὴ θέση ἀπὸ τὴν ὁποία διώχτηκαν· ἐνῶ ὁ διάκονος ἔχει μιὰ γιὰ πάντα διαρκὴ τὴν τιμωρία τῆς καθαίρεσης· ἐπειδὴ λοιπὸν δὲν τοῦ δίνεται πίσω ἡ διακονία, σταμάτησαν μόνο σ᾽ αὐτὴν τὴν ποινή. Αὐτὰ λοιπὸν εἶναι σύμφωνα μὲ ὅσα ὁρίζουν οἱ κανόνες. Γενικὰ ὅμως πιὸ γνήσια θεραπεία εἶναι ἡ ἀπομάκρυνση ἀπὸ τὴν ἁμαρτία· ἐπομένως αὐτὸς ποὺ ἔδιωξε τὴ θεία χάρη ἐξαιτίας τῆς ἠδονῆς τῆς σάρκας, ἀπέχοντας ἀπὸ τὶς ἠδονές, ἀπὸ τὶς ὁποίες καταστράφηκε, μὲ τὴ συντριβὴ τῆς σάρκας καὶ μὲ κάθε εἴδους ὑποταγή του στὴν ἐγκράτεια θὰ μᾶς δώσει τέλεια τὴν ἀπόδειξη τῆς γιατρειᾶς του.

﷽﷽﷽﷽﷽Πρέπει λοιπὸν νὰ τὰ γνωρίζουμε ἐμεῖς καὶ τὰ δυό, δηλαδὴ τὰ ὅσα ὁρίζουν οἱ κανόνες καὶ τὰ ὅσα ἀπορρέουν ἀπὸ τὴ συνήθεια και ν᾽ ἀκολουθοῦμε τὴ συνήθεια τῆς παράδοσης ὅσον ἀφορᾶ αὐτοὺς ποὺ δὲ δέχτηκαν τὴν ἀπόλυτη ἐφαρμογὴ τῶν κανόνων[1].

 (συνεχίζεται)


[1] «Διάκονος μετὰ τὴν διακονίαν πορνεύσας, ἀπόβλητος μὲν τῆς διακονίας ἔσται, εἰς δὲ τὸν τῶν λαϊκῶν ἀπωσθεὶς τόπον, τῆς κοινωνίας οὐκ εἱρχήθεται. Διότι ἀρχαῖός ἐστι Κανὼν τοὺς ἀπὸ βαθμοῦ πεπτωκότας, τούτῳ μόνῳ τῷ τρόπῳ τῆς κολάσεως ὑποβάλλεσθαι, ἀκολουθησάντων, ὡς οἶμαι, τῶν ἐξ ἀρχῆς τῷ νόμῳ ἐκείνῳ τῷ, οὐκ ἐκδικήσεις δὶς ἐπὶ τὸ αὐτό. Καὶ δι’ ἑτέραν δὲ αἰτίαν, ὅτι οἱ μὲν ἐν τῷ λαϊκῷ ὄντες τάγματι, ἐκβεβλημένοι τοῦ τόπου τῶν πιστῶν, πάλιν εἰς τὸν ἀφ’ οὗ ἐξέπεσον τόπον ἀναλαμβάνονται, ὁ δὲ Διάκονος ἅπαξ ἔχει διαρκῆ τὴν δίκην τῆς καθαιρέσεως. Ὡς οὖν οὐκ ἀποδιδομένης αὐτῷ τῆς διακονίας, ἐπὶ ταύτης, ἔστησαν μόνης τῆς ἐκδικήσεως. Ταῦτα μὲν οὖν τὰ τῶν τύπων. Καθ’ ὅλου δὲ ἀληθέστερόν ἐστιν ἴαμα ἡ τῆς ἁμαρτίας ἀναχώρησις. Ὥστε ὁ διὰ σαρκὸς ἡδονὴν ἀθετήσας τὴν χάριν, διὰ τοῦ συντριμμοῦ τῆς καρδίας καὶ πάσης δουλαγωγίας τῆς κατ’ ἐγκράτειαν τῶν ἡδονῶν ἀποστάς, ὑφ’ ὧν κατεστράφη, τελείαν ἡμῖν παρέξει τῆς ἰατρεύσεως αὐτοῦ τὴν ἀπόδειξιν. Ἀμφότερα τοίνυν εἰδὲναι ἡμᾶς δεῖ, καὶ τὰ τῆς ἀκριβείας καὶ τὰ τῆς συνηθείας, ἕπεσθαι δέ, ἐπὶ τῶν μὴ καταδεξαμένων τὴν ἀκρότητα τῷ παραδοθέντι τύπῳ».

Κυριακή 25 Αυγούστου 2024

ΕΚΚΛΗΣΙΑ Η ΚΙΒΩΤΟΣ ΤΗΣ ΣΩΤΗΡΙΑΣ ΙΣΤ΄.

Ἁγίου Ἰωάννου τῆς Κρονστάνδης

Κατανυκτικὴ μεταφορὰ τοῦ ἁγίου λειψάνου

Ἀπὸ τὸ τεῦχος 142-149, Μάιος, 2020 τοῦ περιοδικοῦ τῆς Ἱ. Μονῆς Σταυροβουνίου «Ο ΖΩΟΠΟΙΟΣ ΣΤΑΥΡΟΣ». σσ. 1069-1074.

ΚΩΛΥΜΑΤΑ ΙΕΡΩΣΥΝΗΣ, Κανὼν ΚΣΤ΄

(Σκίτσο: Χριστόδουλου Βασιλειάδη)

          Ὁ πρεσβύτερος ποὺ ἐξαιτίας ἄγνοιας ἔκανε παράνομο γάμο, νὰ διατηρεῖ τὴν τιμὴ τῆς καθέδρας τῶν ἱερέων σύμφωνα μὲ ὅσα νομοθετήθηκαν γιὰ μᾶς ἀπὸ τὸν ἱερὸ κανόνα, ἀλλὰ νὰ ἀπέχει ἀπὸ τὶς ὑπόλοιπες ἱερατικὲς ἐνέργειες· γιατὶ εἶναι ἀρκετὸ γι᾽ αὐτὸν ἡ συγχώρεση. Εἶναι ἄλλωστε παράλογο τὸ νὰ εὐλογεῖ ἄλλον αὐτὸς ποὺ πρέπει νὰ θεραπεν παραππ﷽﷽α ύσει τὰ δικά του τραύματα· γιατὶ ἡ εὐλογία εἶναι μετάδοση ἁγιασμοῦ· κι ὅποιος δὲν τὸν ἔχει αὐτὸν ἐξαιτίας τοῦ παραπτώματος ποὺ ἔκανε ἀπό ἄγνοια, πὼς θὰ τὸν μεταδώσει σὲ ἄλλον; Νὰ μὴν εὐλογεῖ λοιπὸν αὐτὸς οὔτε δημόσια οὔτε κατ᾽ ἰδίαν· οὔτε τὸ σῶμα τοῦ Κυρίου νὰ διανέμει σὲ ἄλλους οὔτε κανένα ἄλλο νὰ κάνει λειτον παραππ﷽﷽α ύργημα· ἀλλὰ ἀρκούμενος στὴν προεδρία νὰ προσκλαίει στν παραππ﷽﷽α ὸν Κύριο, ὥστε νὰ τοῦ συγχωρεθεῖ τὸ ἀνόμημα ποὺ ἔκανε ἀπὸ ἄγνοια. Γιατὶ εἶναι φανερὸ ὅτι αὐτὸς ὁ παράνομος γάμος θὰ διαλυθεῖ καὶ δὲ θὰ ἔχει ὁ ἄντρας καμιὰ σχέση μὲ τὴ γυναίκα, ἐξαιτίας τῆς ν παραππ﷽﷽α ὁποίας ἔχει στερηθεῖ τὴν ἱερουργία[1].

Ἑρμηνεία

Αὐτὸς ὁ κανόνας εἶναι ὁ ἴδιος κζ΄ τοῦ μεγάλου Βασιλείου, «ὁποῖος καὶ διορίζει, ὅτι ὁ ἱερέας ἐκεῖνος, ποὺ ἐν ἀγνοίᾳ παντρευτεῖ μὲ καμμιὰ συγγένισσά του, αὐτός, ἐπειδὴ δὲν ἤξερε καὶ αὐτὴ τὴ συγγένεια, γιὰ αὐτὸ νὰ συγχωρῆται, καὶ νὰ ἔχῃ καὶ τὴν τιμὴ τῆς καθέδρας τῶν ἱερέων, ἀπὸ ὅλες δὲ τὶς ἄλλες ἐνέργειες τῆς ἱερωσύνης νὰ ἀπέχῃ. Διότι φθάνει ποὺ αὐτὸς δὲν κανονίζεται, ἀλλὰ συγχωρεῖται, τὸ δὲ καὶ νὰ εὐλογῇ ἄλλον, αὐτὸς ποὺ πρέπει νὰ ἰατρεύῃ τὶς πληγές του, δηλαδὴ νὰ μετανοῇ γιὰ τὸν παράνομο γάμο, δὲν εἶναι ἁρμόδιο, γιατὶ ἡ εὐλογία εἶναι μετάδοση ἁγιασμοῦ, τὸ ὁποῖον μὴ ἔχωντας αὐτὸς ὁ ἱερέας, πῶς θέλει νὰ τὸν δώςῃ σὲ ἄλλο; λοιπὸν οὔτε φανερά, οὔτε κρυφὰ ἂς μὴ εὐλογῇ, οὔτε ἂς μεταλαμβάνῃ τοὺς ἄλλους, ἢ ὁτιδήποτε ἄλλο νὰ ἐνεργῇ, ἀλλὰ ἀφοῦ θὰ ἀρκεῖται στὴν τιμὴ τῆς καθέδρας, ὅπως εἴπαμε, ἂς κλαίῃ, πρὸς τὸν Θεὸ μέν, γιὰ νὰ συγχωρηθῇ ἡ κατ’ ἄγνοιαν ἀνομία του, στοὺς ἄλλους δέ, γιὰ νὰ παρακαλοῦν καὶ ἐκεῖνοι ὑπὲρ αὐτοῦ τὸν Κύριο. Ἕως ἐδῶ εἶναι ὁ Κανόνας τοῦ Βασιλείου. Ἡ δὲ Σύνοδος προσθέτει, ὅτι καὶ τὴν τιμὴ τῆς καθέδρας αὐτῆς νὰ ἔχῃ, ἀφ’ οὗ πρῶτο χωρίσῃ αὐτὸ τὸν ἄθεσμο γάμο, γιὰ τὸν ὁποῖον καθαιρέθηκε ἀπὸ τὴν ἱερωσύνη. Διότι ἐὰν μὴ τὸν χωρίσῃ, ὄχι μόνο θὰ ὑστερηθῇ ἀπὸ τὴν τιμὴ τῆς καθέδρας, ἀλλὰ θὰ ὑποβληθῇ καὶ σὲ ἐπιτίμια. Διάβασε καὶ τὸν ιθ΄ Ἀποστολικό κανόνα.


[1] «Πρεσβύτερον, τὸν κατὰ ἄγνοιαν ἀθέσμῳ γάμῳ περιπαρέντα, καθέδρας μὲν μετέχειν, κατὰ τὰ ὑπὸ τοῦ ἱεροῦ Κανόνος ἡμῖν νομοθετηθέντα, τῶν δὲ λοιπῶν ἐνεργειῶν ἀπέχεσθαι. Ἀρκετὸν γὰρ τῷ τοιούτῳ ἡ συγγνώμη, εὐλογεῖν δὲ ἕτερον τὸν τὰ οἰκεῖα τημελεῖν ὀφείλοντα τραύματα, ἀνακόλουθον. Εὐλογία γάρ, ἁγιασμοῦ μετάδοσίς ἐστιν. Ὁ δὲ τοῦτον μὴ ἔχων, διὰ τὸ ἐκ τῆς ἀγνοίας παράπτωμα, πῶς ἑτέρῳ μεταδώσεις; μήτε τοίνυν δημοσίᾳ, μήτε ἰδίᾳ εὐλογεῖτω, μήτε τὸ σῶμα τοῦ Χριστοῦ διανεμέτω ἑτέροις, μήτε τι ἄλλο λειτουργείτω, ἀλλ’ ἀρκούμενος τῇ προεδρίᾳ, προσκλαιέτω ἑτέροις, καὶ τῷ Κυρίῳ συγχωρηθῆναι αὐτῷ τὸ ἐκ τῆς ἀγνοίας ἀνόμημα. Πρόδηλον γάρ, ὡς ὁ τοιοῦτος ἄθεσμος γάμος διαλυθήσεται, καὶ οὐδαμῶς ὁ ἀνὴρ μετουσίαν ἕξει πρὸς τήν, δι’ ἱερᾶς ἐνεργείας ἐστέρηται».