ὑπὸ τοῦ Πατρὸς καὶ Καθηγουμένου
τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Σταυροβουνίου
Ἀρχιμανδρίτου Ἀθανασίου
Σελ. 817: Ψάλλοντας κατὰ τὴν πανήγυριν τῆς Ἑορτῆς τῶν ἐν Ἁγίοις Πατέρων ἡμῶν καὶ Οἰκουμενικῶν Διδασκάλων ΑΘΑΝΑΣΙΟΥ καὶ ΚΥΡΙΛΛΟΥ, Πατριαρχῶν Αλεξανδρείας (18 Ἰανουαρίου, 2016)
Πῶς ὅμως νὰ ἀγαπήσωμεν τὸν Θεόν μας, ὅταν
ματαιοπονοῦντες προσπαθοῦμεν “ψυχαναγκαστικῶς”
καὶ “κομπλεξικῶς”, (ἴσως καὶ διὰ νὰ ἐφησυχάζωμεν τὰ ἐνοχικά μας
σύνδρομα, πλὴν ὅμως ματαίως), νὰ ἀρνηθῶμεν
καὶ αὐτὴν ἀκόμα τὴν Ὕπαρξίν Του;
Πῶς εἶναι δυνατὸν
νὰ ἀγαπήσωμεν Ἐκεῖνον, τοῦ ὁποίου προσπαθοῦμε νὰ ἀρνηθοῦμε ἐθελοτυφλοῦντες, ἀκόμη
καὶ αὐτὴν τὴν Ὕπαρξίν Του;
Ἀπὸ δὲ τὴν τοιαύτην ἀπιστίαν μας καὶ τὴν
τοσαύτην ἔλλειψιν τῆς πρὸς τὸν Χριστὸν Ἀγάπης μας, προέρχονται ἀναμφιβόλως καὶ ἀναδύονται
ἀναποφεύκτως τὰ μεγάλα δεινά, ποὺ ἐφορμοῦν ἐφιαλτικῶς καὶ καταδιώκουν
καταδυναστικῶς τὸν ἄνθρωπο τῆς ἐποχῆς μας.
Ἐσκοτίσθη ἡ διάνοια ἡμῶν τῶν ἀνθρώπων ἀπὸ τὸ πάθος τοῦ πολυπροσώπου μας ἐγωϊσμοῦ: Τὴν
ἐμπάθεια, τὴν φιλαργυρία, τὴν κενοδοξία, τὸν τζόγο (=ἐπιδίωξις μετὰ μανίας εὐκόλου
καὶ παρανόμου ῾῾κέρδους᾽᾽), τὰ ναρκωτικὰ (= ἀναζήτησις ψεύτικης εὐτυχίας, διότι
δὲν πιστεύομεν εἰς τὸν Θεόν, τὴν Πηγὴν τῆς ἀληθινῆς εὐτυχίας), τὴν ἀσωτία (= ἐκζήτησις
ἀχαρίτου χαρᾶς μακρυὰ ἀπὸ τὴν Πηγὴ τῆς Χαρᾶς καὶ πάσης Χάριτος, τὸν Σωτήρα μας
Χριστόν), καὶ μάλιστα τὴν ὕπουλη καὶ ἀπατηλὴ θεοποιημένη
φιληδονία, ποὺ ἀποτελεῖ καὶ αὐτὴ μίαν ἄλλην παρδαλὴν παραλλαγὴν τῆς
παρδάλεως (πρβλ. Ἀποκ. ιγ´, 2),
δηλαδὴ τοῦ πολυμόρφου τέρατος, τοῦ ἀκράτου
ἐγωϊσμοῦ μας!
(συνεχίζεται)
*
Ἀπὸ τὸ τεῦχος τοῦ περιοδικοῦ τῆς Ἱ. Μονῆς Σταυροβουνίου «Ο ΖΩΟΠΟΙΟΣ ΣΤΑΥΡΟΣ».