Τρίτη 21 Σεπτεμβρίου 2010

Ο Μελχισεδεκ και το μυστήριο της ιερωσύνης του Ιησού Χριστού

Ο Μελχισεδέκ και το μυστήριο της ιερωσύνης του Ιησού Χριστού

Βιβλιοπαρουσίαση

Χριστόδουλος Βασιλειάδης
Διδάκτωρ θεολογίας - Μουσικός

ΕΙΣΑΓΩΓΗ

         Τη διδακτορική διατριβή αυτή έχει εκπονήσει ο Μίρκο Τομάσοβιτς και αποτελεί έκδοση του Κέντρου Μελετών της Ιεράς Μονής Κύκκου. Οι διαστάσεις του βιβλίου είναι 17 επί 24 εκατοστά. Είναι δεμένο με δέρμα καφέ χρώματος, και καλύπτεται από εξώφυλλο. Συνολικά είναι γραμμένο σε 260 σελίδες. Η γλώσσα, στην οποία είναι γραμμένη η διατριβή, είναι μια απλή καθαρεύουσα.
         Ευθύς εξ αρχής από τον τίτλο, τον οποίο έχει επιλέξει ο συγγραφέας, καθ’ υπόδειξιν του καθηγητή κ. Γ. Γαλίτη[i], δηλώνεται ότι τα δύο κεντρικά πρόσωπα της διατριβής είναι ο ιερέας της Παλαιάς Διαθήκης, Μελχισεδέκ, και ο Μέγας Αρχιερέας της Καινής Διαθήκης Ιησούς Χριστός. Το θέμα επομένως είναι καινοδιαθηκικό.
         Στον πρόλογό του ο συγγραφέας αναφέρει τον λόγο της ανάθεσης της μελέτης στο πρόσωπό του από τον καθηγητή κύριο Γ. Γαλίτη. Ευχαριστεί επίσης τους καθηγητές, καθώς και τα διάφορα άλλα πρόσωπα, τα οποία συνετέλεσαν στο να εκδοθεί η παρούσα μελέτη.
         Στην εισαγωγή ο Μίρκο Τομάσοβιτς επισημαίνει τη σπουδαιότητα της προς Εβραίους επιστολής, όχι μόνο για την περιεκτικότητά της, αλλά πιο πολύ για το μεστό θεολογικών νοημάτων του χαρακτήρα της. Πολλοί, ακόμα και στην αρχαία Εκκλησία, αμφισβήτησαν τον απόστολο Παύλο, ως συγγραφέα της προς Εβραίους επιστολής. Ο Μίρκο Τομάσοβιτς δεν πραγματεύεται αυτό το θέμα, αλλά θεωρεί ότι, σύμφωνα με την παράδοση της Εκκλησίας, ο απόστολος Παύλος είναι ο συγγραφέας της επιστολής[ii]. Οι παραλήπτες είναι μάλλον μια ομάδα χριστιανών Ιουδαίων, στους οποίους ο συγγραφέας της επιστολής, απόστολος Παύλος, συγκρίνει το θείο μεγαλείο του Ιησού Χριστού με όλους τους προφήτες, αγγέλους, δικαίους καθώς και με τον Μελχισεδέκ. Επίσης ο συγγραφέας της προς Εβραίους επιστολής διακρίνει την ανεπάρκεια της ιερωσύνης της Παλαιάς Διαθήκης, η οποία ήταν «παιδαγωγός εις Χριστόν», σε σχέση με την τελειότητα της ιερωσύνης της Καινής Διαθήκης. Η προς Εβραίους επιστολή ερμηνεύει τυπολογικά την Παλαιά Διαθήκη. Η Παλαιά και Καινή Διαθήκη αποτελούν αδιαχώριστη ενότητα, αφού η Παλαιά ερμηνεύεται μέσα από το πρίσμα της Καινής Διαθήκης. Ο 109ος ψαλμός επίσης αναφέρεται προφητικά στο πρόσωπο του Ιησού Χριστού: «συ ιερεύς εις τον αιώνα κατά την τάξιν Μελχισεδέκ»[iii].

Το ζ' κεφάλαιο της προς Εβραίους επιστολής
         Στο 7ο κεφάλαιο της προς Εβραίους επιστολής ο συγγραφέας αναφέρεται στον Μελχισεδέκ, ως τύπο και προτύπωση της ιερωσύνης του Ιησού Χριστού. Ο Μελχισεδέκ «αντιπροσωπεύει τον τύπο της ιδανικής και τελείας ιερωσύνης»[iv], και γι’ αυτό γίνεται η σύγκριση αυτή, ούτως ώστε να καταδειχθεί η τελειότητα της ιερωσύνης του Ιησού Χριστού, ως του μόνου αληθινού και αιώνιου ιερέα.
         Παράλληλα, όπως αναφέρει ο Άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης στην ερμηνεία του στην προς Εβραίους επιστολή, και πιο συγκεκριμένα στο ζ' κεφάλαιο της προς Εβραίους επιστολής, ο Απόστολος Παύλος «αποδείχνει ότι η νομική Αρχιερωσύνη μετετέθη από του Ααρών εις τον Χριστόν, του οποίου τύπος ήτον ο Μελχισεδέκ, όστις δεν ήτον από την φυλήν του Λευί»[v].
         Το έβδομο κεφάλαιο της προς Εβραίους επιστολής μπορεί να χωριστή σε τρία μέρη. 1ο (στιχ.1-10): Ο συγγραφέας αναφέρεται στο πρόσωπο του Μελχισεδέκ, ως βασιλιά και ιερέα, καθώς και στη σχέση του με τον πατριάρχη Αβραάμ, 2ο (στιχ. 11-22): Εδώ γίνεται ένας παραλληλισμός και μια σύγκριση του Μελχισεδέκ προς το πρόσωπο του Ιησού Χριστού και 3ο (ζ' ,23-η' ,6): Ο συγγραφέας περιορίζεται μόνο στο πρόσωπο του Ιησού Χριστού, ως του αιωνίου και ουρανίου αρχιερέα.
         Η σπουδαιότητα της προς Εβραίους επιστολής είναι μεγάλη. Χωρίς αυτή θα ήταν δύσκολη η κατανόηση του μυστηρίου της ιερωσύνης του Ιησού. «Κατά την προς Εβραίους Επιστολήν ο αληθής ιερεύς απεκαλύφθη. Ο Θεός Λόγος δηλαδή εσαρκώθη και εγένετο ιερεύς. Η ενανθρώπησις του Θεού Λόγου είναι το θεμέλιον της ιερωσύνης Του, επειδή η ιερωσύνη Του πρωτίστως βασίζεται εις την ανθρωπίνην Του φύσιν»[vi]. Η συνύπαρξη και της θεότητας και της ανθρωπότητας στο ίδιο πρόσωπο αποτελούν τη μοναδικότητα του προσώπου Του.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α'

Το ιστορικό πρόσωπο του Μελχισεδέκ 

Μαρτυρίες περί του προσώπου του Μελχισεδέκ
         Στο Α' κεφάλαιο ο Μίρκο Τομάσοβιτς εξετάζει τις μαρτυρίες της Παλαιάς Διαθήκης, καθώς και τις εξωβιβλικές πηγές, με σκοπό να διαμορφώσει μια γενική εικόνα για το πρόσωπο του Μελχισεδέκ. Ο γενικός τίτλος του Α' κεφαλαίου «Το πρόβλημα της προσωπικότητος του Μελχισεδέκ» δείχνει σαφώς ότι υπάρχει ένα πρόβλημα αναφορικά με το πρόσωπο του Μελχισεδέκ, το οποίο και πραγματεύεται ο συγγραφέας στο πρώτο κεφάλαιο. Αρχικά παραθέτει πληροφορίες της Παλαιάς Διαθήκης περί του Μελχισεδέκ. Επίσης απαριθμεί κάποιες εξωβιβλικές αναφορές στον Μελχισεδέκ, καθώς και την ιερωσύνη του. Τέλος υπάρχουν και κάποια άλλα κείμενα, τα οποία μιλούν για τον Μελχισεδέκ, τα οποία και πραγματεύεται.

Διήγηση της Παλαιάς Διαθήκης
         Το βιβλίο της Παλαιάς διαθήκης, που αναφέρει για το πρόσωπο του Μελχισεδέκ, είναι η Γένεσις, στο ιδ΄ κεφάλαιο, στίχοι 17-20. Παραθέτουμε το κείμενο αυτούσιο: «Εξήλθε δε βασιλεύς Σοδόμων εις συνάντησιν αυτώ, μετά το υποστρέψαι αυτόν από της κοπής του Χοδολλογομόρ και των βασιλέων των μετ’ αυτού, εις την κοιλάδα του Σαβύ (τούτο ην το πεδίον των βασιλέων). Και Μελχισεδέκ βασιλεύς Σαλήμ εξήνεγκεν άρτους και οίνον∙ ην δε ιερεύς του Θεού του υψίστου. Και ηυλόγησε τον Άβραμ και είπεν∙ ευλογημένος Άβραμ τω Θεώ τω υψίστω, ος έκτισε τον ουρανόν και την γην. Και ευλογητός ο Θεός ο ύψιστος, ος παρέδωκε τους εχθρούς σου υποχειρίους σοι. Και έδωκεν αυτω Άβραμ δεκάτην από πάντων»[i].

Οι ψαλμοί του Δαυίδ προφητεύουν περί του Μεσσία
         Ο προφητάναξ Δαυίδ, προφητεύοντας για τον Μεσσία, αναφέρει τα εξής χαρακτηριστικά: «ωμοσε Κύριος και ου μεταμεληθήσεται∙ συ ιερεύς εις τον αιώνα κατά την τάξιν Μελχισεδέκ»[ii]∙ δηλαδή: «ο Κύριος ωρκίστηκε, και δεν πρόκειται να αλλάξη γνώμην. Σύ (ο Μεσσίας), είσαι αρχιερεύς εις τους αιώνας των αιώνων, κατά την τάξιν του Μελχισεδέκ». Εδώ ο ψαλμωδός εξαίρει την ιερωσύνη του προσώπου του Μελχισεδέκ, τον οποίο και παρουσιάζει στους Ισραηλίτες ως παράδειγμα προς μίμηση. Όπως παρατηρεί ο ιερός Χρυσόστομος, ερμηνεύοντας το χωρίο, ο Θεός δεν ορκίζεται αλλά «το πάντως εσόμενον λέγει», δηλαδή αυτό, που πρόκειται να γίνει[iii]. Ο Θεοδώρητος επίσης, ερμηνεύοντας το ψαλμικό χωρίο, αναφέρει ότι «ο Μελχισεδέκ ουκ Ιουδαίων μόνον, αλλ’ εθνών ιερεύς∙ Ούτω και ο δεσπότης Χριστός, ουχ υπέρ Ιουδαίων μόνον, αλλά και υπέρ πάντων ανθρώπων εαυτόν προσενήνοχε τω Θεώ∙ ευρίσκομεν δε τον Μελχισεδέκ και ιερέα όντα και βασιλέα»[iv].

Εξωβιβλικές αναφορές για τον Μελχισεδέκ
         Ως εξωβιβλικές μαρτυρίες, που αναφέρονται στο πρόσωπο του Μελχισεδέκ και της ιερωσύνης του, ο συγγραφέας αναφέρει τον Φίλωνα Ιουδαίο, την ιουδαϊκή παράδοση και Ραββινική ερμηνεία, τους Σαμαρείτες, τα νεοευρεθέντα κείμενα του Κουμράν σε μια σπηλιά κοντά στη Νεκρά Θάλασσα και άλλα. Οι εξωβιβλικές όμως πηγές σε καμιά περίπτωση δεν μπορούν να δώσουν λύση στο πρόβλημα της προσωπικότητας και της ιερωσύνης του Μελχισεδέκ. Κάποιοι επίσης όπως αναφέρει ο Άγιος Επιφάνιος, θεωρούσαν ότι ο Μελχισεδέκ ήταν ο ίδιος ο υιός του Θεού, των οποίων τις αιρετικές δοξασίες ο άγιος πολεμεί. Ο Ιέραξ επίσης ο Αιγύπτιος, πάλιν κατά τον Άγιο Επιφάνιο, θεωρούσε ότι ο Μελχισεδέκ ήταν το άγιο Πνεύμα. Κάποιοι άλλοι τέλος αιρετικοί, αναφέρει ο άγιος Κύριλλος Αλεξανδρείας, πίστευαν ότι ο Μελχισεδέκ ήταν μια δύναμη περιφανής και εξαίρετος, από το πλήθος των αγγέλων[v].

Συμπέρασμα
         Από τα πιο πάνω μπορούμε να συμπεράνουμε ότι ο Μελχισεδέκ υπήρξε ιστορικό πρόσωπο, που ήταν ταυτόχρονα και βασιλέας και ιερέας. Στο βιβλίο της Γενέσεως παρουσιάζεται ως βασιλεύς της Σαλήμ (= Ιερουσαλήμ), συγχρόνως δε και ιερεύς του Ελγιόν (δηλαδή του Θεού του Υψίστου)[vi], μόνο στην περίπτωση, που συναντά και ευλογεί τον Αβραάμ. Ο τελευταίος είχε, σύμφωνα με τη διήγηση της Παλαιάς Διαθήκης, επιτεθεί κατά του βασιλέα του Ελάμ και των συμμάχων του, τους οποίους και είχε κατατροπώσει. Η τυπολογική τέλος σημασία του Μελχισεδέκ, ως τύπου και προτύπωσης του Ιησού Χριστού, επισκιάζει την ιστορική σημασία του Μελχισεδέκ, ως ιστορικού προσώπου, αφού παρουσιάζεται ως απάτωρ, αμήτωρ και αγενεαλόγητος.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β'

Ο Μελχισεδέκ τύπος του Ιησού Χριστού

Η προς Εβραίους επιστολή
         Στο Β' κεφάλαιο ο συγγραφέας ερευνά το μυστήριο του προσώπου του Μελχισεδέκ και της ιερωσύνης του, σύμφωνα με την προς Εβραίους επιστολή, καθώς επίσης και την τυπολογική σχέση του Μελχισεδέκ προς το πρόσωπο του Ιησού Χριστού, ως του αιωνίου αρχιερέα. Ο τίτλος του κεφαλαίου, «Ο Μελχισεδέκ ως τύπος του Χριστού κατά την προς Εβραίους επιστολήν», μαρτυρεί ότι ο συγγραφέας πρόκειται να αναλύσει το κείμενο του 7ου κεφαλαίου της προς Εβραίους επιστολής, προκειμένου να αποδείξει ότι ο ιερεύς και βασιλεύς Μελχισεδέκ προετύπωνε τον Ιησού Χριστό.

Το όνομα και η πόλη
         Το όνομα Μελχισεδέκ είναι σύνθετο, και προέρχεται από το MLK (Malki) δηλαδή βασιλιάς, και SDQ (Sedek), που σημαίνει όρθιος∙ επομένως η λέξη Μελχισεδέκ σημαίνει βασιλιάς δικαιοσύνης. Ο βασιλιάς της δικαιοσύνης όμως είναι ο ίδιος ο κύριος μας, Ιησούς Χριστός. Σ’ αυτόν αναφέρεται και ο ψαλμωδός, όταν απαγγέλλει: «αλήθεια (δηλαδή η Υπεραγία Θεοτόκος) εκ της γης ανέτειλεν και δικαιοσύνη (δηλαδή ο Μεσσίας Χριστός) εκ του ουρανού διέκυψεν»[vii]. Ο Μελχισεδέκ επίσης ονομάζεται «βασιλεύς Σαλήμ», δηλαδή βασιλιάς της ειρήνης· και όντως ο Χριστός ήρθε στη γη, για να φέρει, όχι μια ψεύτικη ειρήνη, που προσπαθούν να δώσουν κάθε φορά οι επίγειοι κοσμοκράτορες αλλά την πραγματική ειρήνη και συνδιαλλαγή του ανθρώπου με τον Θεό, με τον εαυτό του και με τον συνάνθρωπό του.

Απάτωρ, αμήτωρ, αγενεαλόγητος
         Ο Μελχισεδέκ επίσης ονομάζεται στην προς Εβραίους επίστολη ως «απάτωρ, αμήτωρ, αγενεαλόγητος» (Εβρ. ζ' , 3). Πράγματι, ο Κύριος είναι απάτωρ κατά την ανθρώπινη φύση, δηλαδή χωρίς πατέρα, αφού, όπως απαγγέλλουμε και στο «Σύμβολο της Πίστεως», εσαρκώθη και ενηνθρώπησε εκ Πνεύματος Αγίου και Μαρίας της Παρθένου. Η Υπεραγία Θεοτόκος δεν συνέλαβε τον Χριστό με τους φυσιολογικούς όρους της ανθρωπίνης φύσεως, δηλαδή με τη συνεργασία ανδρός, αλλά υπερφυώς, όπως λέγει και η υμνολογία της Εκκλησίας μας, χωρίς ανδρικό σπέρμα. Ο Δεσπότης Χριστός επίσης είναι αμήτωρ κατά τη Θεία Του φύση, αφού εγεννήθη μόνο εκ του Πατρός «προ πάντων των αιώνων». Είναι τέλος αγενεαλόγητος κατά τη θεία φύση Του, αφού δεν υπάρχουν «πρόγονοι» στον Χριστό ως Θεό. «Την γενεάν αυτού τις διηγήσεται»[viii], αναφωνεί ο προφήτης Ησαΐας, εννοώντας τη θεία Του φύση, αφού ως άνθρωπος προέρχεται εκ σπέρματος Δαυϊδ.

Συμπέρασμα
         Η φυλή, από την οποία προέρχεται ο Χριστός, είναι η του Ιούδα· αυτή δεν ήταν, όπως η φυλή του Λευϊ, ιερατική φυλή. Το ίδιο συμβαίνει και με τον τύπο του Ιησού Χριστού Μελχισεδέκ, ο οποίος δεν γενεαλογείται από τη φυλή του Λευϊ.
         Ο Μελχισεδέκ δεν είχε χρισθή με έλαιο, όπως ο Ααρών· η ιερωσύνη του ήταν θείο δώρο, το οποίο είναι αιώνιο. Το ίδιο και ο Κύριος, ο Οποίος επίσης δεν έχει διαδόχους, καθώς και ο Μελχισεδέκ. Η ιερωσύνη του Μελχισεδέκ είναι ανώτερη από τη Λευϊτική· το ίδιο συμβαίνει και στο πρόσωπο του Ιησού Χριστού. Η ιερωσύνη Του είναι κατά πολύ ανώτερη και ασύγκριτη από τη νομική[ix].
         Ο Ιησούς Χριστός, όπως και ο Μελχισεδέκ, είναι ιερέας, όχι μόνο των Ιουδαίων, αλλά και των εθνών. Έχει έλθει στον κόσμο, για να καλέσει σε ένα δείπνο μυστικό ολόκληρη την ανθρωπότητα, και όχι μόνο τους Ιουδαίους. Στο δείπνο αυτό ο Κύριος είναι και ο θύτης, αλλά και το θύμα. Όπως αναφέρεται στο βιβλίο της Γενέσεως, ο Μελχισεδέκ προσέφερε ως θυσία «άρτους και οίνον» (Γεν. ιδ' , 18). Η προσφορά αυτή του Μελχισεδέκ, εκτός του ότι είναι προτύπωση του Σώματος και του Αίματος του Ιησού Χριστού, «στηρίζει και αυτόν και τους άνδρες του μετά την ταλαιπωρίαν»[x].
         Ο Μελχισεδέκ προσφέρει άρτους και οίνον προς ενίσχυσιν του κουρασμένου στρατού του Αβραάμ. Ο άρτος και οίνος είναι προτύπωση της αναιμάκτου θυσίας του Χριστού, της θείας ευχαριστίας. «Το βέβαιον όμως είναι ότι η Αγία Γραφή, αναφερομένη εις τον Μελχισεδέκ, ομιλεί ρητώς περί προτυπώσεως ιερωσύνης, ουχί όμως περί προτυπώσεως της θυσίας ταύτης»[xi].
         Τέλος η προς Εβραίους επιστολή εξαίρει το πρόσωπο του Μελχισεδέκ, και όχι το έργο του, διότι ο ιερεύς Μελχισεδέκ προτυπώνει τον Ιησού χριστό, ο οποίος είναι η αυτοαλήθεια, η αυτοζωή, η πηγή όλων των καλών και η αυτοτελειότης[xii]. Η προς Εβραίους επιστολή τελικά έχει κεντρικό πρόσωπο τον Ιησού Χριστό, και όχι τον ιερέα Μελχισεδέκ.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Γ'

Ιησούς Χριστός, ο τέλειος αρχιερεύς

Η ενανθρώπηση του Κυρίου
         Στο Γ' κεφάλαιο ο Μίρκο Τομάσοβιτς ασχολείται με το μυστήριο της ιερωσύνης του Ιησού Χριστού, δηλαδή την εν Χριστώ τελείωση της ιερωσύνης κατά την τάξιν Μελχισεδέκ. Κύριο κεντρικό πρόσωπο του κεφαλαίου είναι ο Ιησούς Χριστός, και όχι ο Μελχισεδέκ. Ο Κύριος είναι ο τέλειος αρχιερέας, όπως αυτό φαίνεται μέσα στην Καινή Διαθήκη. Η ιερωσύνη του Χριστού όμως, όπως αναφέρει Γρηγόριος ο Θεολόγος, σχετίζεται με την ανθρώπινη, και όχι με τη θεία Του φύση, η οποία είναι αμετάβλητος και αναλλοίωτος και υπεράνω του πάθους[1]. Ο σαρκωμένος Χριστός προσαγορεύεται από τον Θεό ιερέας κατά την τάξιν Μελχισεδέκ. Η ενανθρώπηση Του «αποτελεί νέα οντολογική πραγματικότητα, ουσιαστική και αληθή Ένωση Θεού και ανθρώπου»[2]. Η ενανθρώπηση του Θεού Λόγου αποτελεί το υπόβαθρο και θεμέλιο της ιερωσύνης του Χριστού. Δια της σαρκώσεως εισάγεται «ο πρωτότοκος εις την οικουμένην» (Εβρ. α΄ , 5).

Η κλήση του Ιησού Χριστού στο αρχιερατικό αξίωμα
         Το ε΄ κεφάλαιο της προς Εβραίους επιστολής αναφέρεται στην κλήση του Ιησού Χριστού, ως ανθρώπου, από τον Θεό Πατέρα στο αρχιερατικό αξίωμα∙ «ούτω και ο Χριστός ούχ Εαυτόν εδόξασε γενηθήναι αρχιερέα, αλλ’ ο λαλήσας προς αυτόν∙ υιός μου ει συ, εγώ σήμερον γεγέννηκά σε» (Εβρ. ε΄ , 5). Ο Χριστός δεν εδόξασε μόνος Του τον εαυτό Του εις το να γίνει αρχιερεύς, αλλά τον εδόξασε ο Θεός, ο οποίος μίλησε προς αυτόν και του είπε∙ Υιός μου είσαι εσύ∙ Εγώ σε γέννησα σήμερα, όταν σου έδωσα την ανθρώπινη φύση. Η ιερωσύνη του Χριστού είναι έργο της ελεύθερης θέλησης και αγάπης του Θεού, και ως αρχή της θεωρείται η σάρκωση του δευτέρου Προσώπου της Αγίας Τριάδος, δηλαδή του Θεού Λόγου. Η εγγύηση της αιωνιότητας της ιερωσύνης του Χριστού είναι η τάξη Μελχισεδέκ.

Ο Χριστός θύτης και θύμα
         Ο Ιησούς Χριστός στην προς Εβραίους επιστολή παρουσιάζεται ως αρχιερέας, ο οποίος προσφέρει θυσία στον Θεό Πατέρα. Το ίδιο έκανε και ο αρχιερέας στην Παλαιά Διαθήκη. Ο ίδιος ο Χριστός, έχοντας δύο φύσεις, την θεία και την ανθρώπινη, ενωμένες ασυγχύτως, ατρέπτως, αναλλοιώτως στο ίδιο θεανθρώπινο πρόσωπο, είναι ταυτόχρονα και ο θύτης και το θύμα. Αυτός είναι ο μέγας αρχιερεύς, από τον οποίο πηγάζει και το ιερατικό αξίωμα, αλλά ταυτόχρονα θυσιάζει και τον ίδιο τον εαυτό Του ως άνθρωπο πάνω στον Σταυρό. Η θυσία του Χριστού πάνω στον Σταυρό ήταν και είναι αναγκαία για τη συνδιαλλαγή και καταλλαγή του ανθρώπου με τον Θεό. Ο σταυρικός θάνατος του Λόγου, που έλαβε σάρκα είναι το αποκορύφωμα της συνεχούς αυτοπροσφοράς Του. Κάθε φορά, που τελείται το μυστήριο της Θείας Ευχαριστίας, ο Χριστός θυσιάζει, ως μέγας αρχιερεύς, δια των χειρών του επιγείου ιερέως, τον ίδιο τον εαυτό του, ως άνθρωπο.

Ο καθολικός χαρακτήρας της θυσίας του Χριστού
         Ο άνθρωπος λυτρώνεται και ελευθερώνεται μέσα από τη θυσία του Ιησού Χριστού. Στην Παλαιά Διαθήκη υπήρχε μια διάταξη, σύμφωνα με την οποία η θυσία, της οποίας το αίμα προσφέρεται εις τα άγια, πρέπει να γίνεται έξω από την παρεμβολή. Ακόμη και αυτή τη διάταξη της Παλαιάς Διαθήκης εξεπλήρωσε ο Ιησούς Χριστός, αφού έξω της πύλης έπαθε (Εβρ. ιγ΄ , 12)[3]. Έτσι, με αυτό τον τρόπο εφανέρωσε ότι η  θυσία Του είναι καθολική και γενικού και πανανθρώπινου χαρακτήρα και ότι ολόκληρη η οικουμένη κατεστάθη ναός, στον οποίο τελέσθηκε και τελείται η αναίμακτος αυτή θυσία. Μεσίτης μεταξύ Θεού και ανθρώπων έχει εγκατασταθή πλέον ο θεάνθρωπος Ιησούς. Η ιερωσύνη του Χριστού έχει υπόβαθρο της τη ζωή, η οποία δεν έχει τέλος, αφού, όπως αναφέρει προφητικά και ο ψαλμωδός, «συ ιερεύς εις τον αιώνα κατά την τάξιν Μελχισεδέκ» (Ψαλμ. 109, 4). Ο Χριστός, ως αιώνιος ιερέας, μπορεί να σώζει αυτούς, που προσέρχονται στον Θεό, μεσώ Αυτού, επειδή ζει πάντοτε, για να μεσιτεύει και προσεύχεται γι’ αυτούς (Εβρ. ζ΄ , 25)[4].

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Δ΄

ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ

Η ιερωσύνη της Παλαιάς Διαθήκης
         Στο Δ΄ και τελευταίο κεφάλαιο ο συγγραφέας πραγματεύεται τη σχέση της ιερωσύνης του Ιησού Χριστού προς την ιερωσύνη της Παλαιάς Διαθήκης. Επίσης εξαίρει την υπεροχή της ιερωσύνης του Κυρίου έναντι της λευϊτικής τοιαύτης, η οποία και μετατίθεται πλέον στην τέλεια ιερωσύνη του Ιησού Χριστού. Αναφέρεται επίσης στη σωτηριολογική και εσχατολογική σημασία της ιερωσύνης του Ιησού Χριστού.
         Στην Παλαιά Διαθήκη οι ιερείς ήσαν άνθρωποι κατά την τάξιν του Ααρών, ενώ στην Καινή Διαθήκη δεν έχουμε άνθρωπο ιερέα, αλλά τον Θεάνθρωπο Ιησού κατά την τάξιν Μελχισεδέκ[5]. Οι ιερείς στην Παλαιά Διαθήκη εγκαθίσταντο στο αξίωμα τους χωρίς ορκωμοσία, και ετελούσαν πολλές θυσίες πολλές φορές την ημέρα. Στην Καινή Διαθήκη ο Ιησούς Χριστός έγινε ιερέας με ορκωμοσία ως ένας ιερέας πολύ πιο ανώτερης Διαθήκης (Εβρ. ζ΄ , 20-21), αφού εποίησε τη θυσία εφάπαξ, Εαυτόν ανενέγκας.
         Στη θυσία της Παλαιάς Διαθήκης έχουμε επίγειο θυσιαστήριο και σκηνή, πάνω στο οποίο θυσιάζουν μόνο ιερείς, ενώ στη νέα και Καινή Διαθήκη ο χώρος, που διακονεί ο Θεός Λόγος, είναι ο ουρανός, και ο Χριστός είναι, όχι μόνο ιερέας, αλλά ιερέας και βασιλιάς.
         Τέλος στην Παλαιά Διαθήκη οι ιερείς ήσαν άνθρωποι ασθενείς και αμαρτωλοί, ενώ στην Καινή Διαθήκη ο μέγας αρχιερέας είναι «όσιος, άκακος, αμίαντος, κεχωρισμένος από των αμαρτωλών και υψηλότερος των ουρανών» (Εβρ. ζ΄ , 26)[6].

Κριτική του έργου
         Πιστεύω ότι ο συγγραφέας της διδακτορικής διατριβής γύρω από το πρόσωπο του Μελχισεδέκ επιτυγχάνει τον σκοπό του, που είναι να δείξει την τυπολογική σχέση που έχει το ιστορικό πρόσωπο του Μελχισεδέκ με τον σαρκωμένο Θεάνθρωπο Ιησού Χριστό.
         Μέσα στα πλαίσια μιας σοβαρής μελέτης τα όρια στενεύουν και τα θέματα πρέπει να εξειδικεύονται, πράγμα το οποίο κατορθώνει ο συγγραφέας. Δεν πραγματεύεται το θέμα της αναφοράς μέσα στη λατρευτική και λειτουργική ζωή του προσώπου του Μελχισεδέκ∙ πόσες φορές και ποιες αναγινώσκεται το απόσπασμα από το βιβλίο της Γενέσεως περί της ευλογίας που δίνει ο Μελχισεδέκ στον Αβραάμ (κατά την εορτή των αγίων Πατέρων της πρώτης, τετάρτης και εβδόμης Οικουμενικής Συνόδου), καθώς και πόσες φορές και ποιες απαγγέλλεται εμμελώς το απόσπασμα από την προς Εβραίους επιστολή, το οποίο αναφέρεται στην σύγκριση του προσώπου του Μελχισεδέκ με του θεανθρωπίνου προσώπου του Δεσπότη Χριστού.
         Αναφορικά με το κυρίως θέμα του, ο συγγραφέας πετυγχαίνει μέσα σε κατοχυρωμένες και τεκμηριωμένες σκέψεις να αναλύσει διεξοδικά τις δογματικές αλήθειες της άνευ ανδρός συλλήψεως της Θεοτόκου (απάτωρ), της άνευ μητρός αϊδίου γεννήσεως Του εκ του Πατρός (αμήτωρ) και του γεγονότος ότι ο Χριστός, ως τέλειος Θεός, δεν γενεαλογείται, δεν έχει δηλαδή πίσω Του κάποιο γενεαλογικό δένδρο (αγενεαλόγητος).
         Τέλος επιτυγχάνει να αποδείξει, μέσα από την Αγία Γραφή, τα Πατερικά κείμενα και την Ιερά Παράδοση ότι η ιερωσύνη του Χριστού είναι ασυγκρίτως ανώτερα από τη νομική. Ο Μελχισεδέκ ως τύπος του Ιησού Χριστού είναι απλά ένα προεικόνισμα της τελείας ιερωσύνης του Ιησού Χριστού. Ο χώρος της ιερατικής διακονίας του Ιησού Χριστού δεν είναι η γη αλλά ο ουρανός. Ο Χριστός είναι η «αιώνια κληρονομιά» (Εβρ. θ΄ , 15) όλων εκείνων, που συλλειτουργούν μαζί Του και μετέχουν στο ιερατικό Του λειτούργημα. Η συλλειτουργία και δοξολογία του Θεού από τα ποιήματά Του είναι αιώνια και ατελεύτητη εις τους απεράντους αιώνας των αιώνων.


[1] Βλ. όπ.π., σ. 107.
[2] Όπ.π., σ. 162.
[3] Βλ. όπ.π., σ. 165.
[4] Βλ. όπ.π., σ. 166.
[5] Βλ. όπ.π., σ. 210.
[6] Βλ. όπ.π., σ. 211.


[i] Γέν., ιδ΄, 17-20.
[ii] Ψαλμ., ρθ΄, 4.
[iii] Βλ. ΙΩΗΛ ΓΙΑΝΝΑΚΟΠΟΥΛΟΥ (Αρχιμ.), Η Παλαιά Διαθήκη κατά τους Ο΄, Κείμενον-Ερμηνευτική παράφρασις-Σχόλια,  έκδ. Ορθοδόξου Χριστιανικής Αδελφότητος Λυδία, Θεσσαλονίκη 1986, σ. 506.
[iv] Βλ. ΠΑΝΑΓΙΩΤΗ ΤΡΕΜΠΕΛΑ, Η Παλαιά Διαθήκη μετά συντόμου ερμηνείας, έκδ. Αδελφότης θεολόγων ο Σωτήρ, 71997, σ. 458.
[v] ΤΟΜΑΣΟΒΙΤΣ, Μελχισεδέκ, όπ.π., σσ. 50-52.
[vi] Θρησκευτική και Ηθική Εγκυκλοπαιδεία, Αθήναι, 1964, τ. 8, στ. 990.
[vii] Ψαλμ., πδ΄ 12.
[viii] Ησαΐας νγ΄ 8.
[ix] Βλ. ΤΟΜΑΣΟΒΙΤΣ, Μελχισεδέκ, σ. 94.
[x] Ν. Π. ΒΑΣΙΛΕΙΑΔΗ, Η Παλαιά Διαθήκη μετά συντόμου ερμηνείας, έκδ. Αδελφότης Θεολόγων ο Σωτήρ, 71997, σ. 115.
[xi] ΓΙΑΝΝΑΚΟΠΟΥΛΟΥ, Π. Διαθήκη, όπ.π., σ. 124.
[xii] Βλ. ΤΟΜΑΣΟΒΙΤΣ, Μελχισεδέκ, όπ.π., σ. 95.


[i] Βλ. ΜΙΡΚΟ ΤΟΜΑΣΟΒΙΤΣ, Ο Μελχισεδέκ και το μυστήριον της ιερωσύνης του Ιησού Χριστού, έκδ. Κέντρου Μελετών Ιεράς Μονής Κύκκου, Λευκωσία, Κύπρος, 1990, σ. 15.
[ii] Βλ. όπ.π., σ. 17.
[iii] Ψαλμ. ρθ΄, 4.
[iv] ΤΟΜΑΣΟΒΙΤΣ, Μελχισεδέκ, όπ.π., σ. 20.
[v] ΝΙΚΟΔΗΜΟΥ ΑΓΙΟΡΕΙΤΟΥ, Ερμηνεία εις τας ΙΔ΄ επιστολάς του αποστόλου Παύλου, εκδ. Ορθόδοξος Κυψέλη, Θεσσαλονίκη 1990, σ. 444.
[vi] ΤΟΜΑΣΟΒΙΤΣ, Μελχισεδέκ, όπ.π., σ. 214.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου