Ἠμεῖς εἴμεθα ὑποχρεωμένοι, χάριν καὶ (αὐτῶν) τῶν Ῥωμαιοκαθολικῶν
καὶ τοῦ σύμπαντος κόσμου, διὰ τοὺς ὁποίους ἡ ἀνόθευτος Ὀρθοδοξία εἶναι ἡ ἐσχάτη
ἐλπίς, οὐδέποτε νὰ ἀποδεχθῶμεν ἕνωσιν, ἢ χαρακτηρισμὸν τῆς “Ῥωμαιοκαθολικῆς Ἐκκλησίας”
ὡς (τάχα) “ἀδελφῆς Ἐκκλησίας”, ἢ τοῦ Πάπα ὡς κανονικοῦ ἐπισκόπου Ῥώμης, ἢ τῆς “ἐκκλησίας”
τῆς Ῥώμης ὡς ἐχούσης κανονικὴν Ἀποστολικὴν Διαδοχήν, Ἱερωσύνην καὶ Μυστήρια,
χωρὶς τὴν ῥητὴν ἐκ μέρους των ἀποκήρυξιν τοῦ «FILIOQUE», τοῦ «ἀλαθήτου», τοῦ
«πρωτείου», τῆς «κτιστῆς χάριτος», καὶ ὅλων τῶν λοιπῶν (συνεπαγομένων) κακοδοξιῶν
των, τὰς ὁποίας οὐδέποτε θὰ θεωρήσωμεν ὡς διαφορὰς χωρὶς σημασίαν ἢ ὡς
θεολογούμενα, ἀλλὰ ὀρθοδόξως πιστεύομεν ὅτι ἀλλοιώνουν ἀνεπανορθώτως τὸν
θεανθρώπινον χαρακτῆρα τῆς Ἐκκλησίας καὶ συνιστοῦν βλασφημίας…»
Ἱερὰ Μονὴ Δοχειαρίου, Ἅγιον Ὄρος
***
(συνεχίζεται)
Ἀπὸ τὸ περιοδικό τῆς Ἱ. Μονῆς Σταυροβουνίου «Ο ΖΩΟΠΟΙΟΣ ΣΤΑΥΡΟΣ».



